Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2020

Στο άλογό μου...

Οι μαθητές/ριες των τμημάτων Γ4 και Γ5, με αφορμή το κείμενο "Τα ζα" του Μυριβήλη και αφού διαβάσουν το διήγημα "Στο αλογό μου" του Ν. Καββαδία, γράφουν υιοθετώντας το ύφος του Καββαδία...




Αν γνώριζα ότι θα σε χάσω για πάντα θα σου έλεγα όλα αυτά που θα σου γράψω, αλλά  γνωρίζουμε και οι δυο μας ότι στον πόλεμο δεν ξέρεις πότε θα χάσεις τον άλλον ή ακόμη και τον ίδιο σου τον εαυτό.
Όταν έπρεπε να διαλέξω άλογο για τον πόλεμο ήσουν αυτό που μου κίνησε το ενδιαφέρον, στεκόσουν υπερήφανο και το ελαφρύ αεράκι κινούσε την καφετιά σου χαίτη, ενώ όλα τα υπόλοιπα ζώα έμοιαζαν τρομαγμένα εσύ καθόσουν ψύχραιμο, ακίνητο. Τα μάτια σου αντανακλούσαν στον ήλιο και η λάμψη τους με τραβούσε πιο πολύ για να σε διαλέξω, ήξερα από την πρώτη στιγμή ότι εσύ θα ήσουν ο σύμμαχος μου στον πόλεμο και έτσι έγινε, ήσουν υπάκουο και ποτέ δεν δίστασες, με προστάτευες και σε προστάτευα, η μόνη μου ελπίδα αλλά και παρέα.
Τώρα όμως σε έχασα για πάντα και ενώ εγώ κλαίω πάνω από το γράμμα που σου γράφω που ποτέ δεν θα διαβάσεις κάποιοι άλλοι απλά με προστάζουν να βρω τον αντικαταστάτη σου, δεν θα μπορέσω όμως, δεν θα μπορέσω να βρεθώ τόσο κοντά με ένα ζώο ξανά.  Μου λένε ότι είμαι υπερβολικός και ότι η απώλεια δεν είναι μεγάλη και αυτό γιατί;  Επειδή δεν μπορούμε να μιλήσουμε; Έτσι νομίζουν οι άλλοι, γνωρίζαμε πολύ καλά ότι μπορούσαμε να συνεννοηθούμε καλυτέρα και από τους ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα.
Η καρδιά μου όμως δεν θα αντέξει άλλο, διότι το γράφω μέσα από την καρδιά μου και το μόνο που σκέπτομαι είναι η εικόνα σου, να κείτεσαι νεκρό μέσα σε λίμνη αίματος και εγώ από πάνω σου να σε ποτίζω με τα δάκρυα μου.
Ιωάννας Φ. Γ’5

Θα ήταν, θα έλεγε κανείς, δύσκολο αλλά ταυτόχρονα και εύκολο να κάτσω να γράψω για σένα, δηλαδή να αφηγηθώ όλες αυτές τις όμορφες και δύσκολες στιγμές που περάσαμε μαζί. Τι να πρωτοθυμηθώ μαζί σου; Τις βόλτες μας με μόνο οδηγό το φως του φεγγαριού; τις κρύες νύχτες με τα κρυοπαγήματα να κατακλύζουν τόσο τα πόδια μου όσο και τα δικά σου; ή την στιγμή που σε γνώρισα και αντίκρισα για πρώτη φορά κάτι μοναδικό, κάτι ξεχωριστό που όμοιό του κανένα άλλο. Κάθισα και μέτρησα τις μέρες και τις νύχτες που περάσαμε μαζί. Τα όνειρά μας να τελειώσει ο πόλεμος και να σε πάρω να πάμε σε ένα μέρος που δεν θα υπήρχε όλο αυτό το χάος και η βοή. Και το ήξερα ότι συμφωνείς! Φαινόταν στο βλέμμα σου κάθε φορά που σου μιλούσα. Το καταλάβαινα από το χλιμίντρισμά σου. Δεν ξεχνώ, όμως, ποτέ την ημέρα που έμαθες πως μια σφαίρα με βρήκε στο πόδι. Δεν ξεχνώ πως έτρεξες γρήγορα και ήρθες να με βρεις για να με βοηθήσεις. Δεν ήταν κανένας εκεί! Ήμουν μόνος και ξαφνικά εμφανίστηκες εσύ. Μόνο εσύ! Δεν το περίμενα αυτό, να σου πω την αλήθεια, όταν σε πρωτογνώρισα. Νόμιζα πως κάτι τόσο επιβλητικό σαν εσένα δεν θα έδινε σημασία σε κάτι τόσο ασήμαντο όπως ήμουν εγώ. Αλλά... αλλά όσο περνούσε ο καιρός, σε γνώριζα καλύτερα, καταλάβαινα το μεγαλείο σου. Μπορεί να μην έχεις μυαλό αλλά έχεις ψυχή καλύτερη και από αγγέλου. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να το ξεχάσεις ποτέ. Όσος καιρός και να περάσει, να το θυμάσαι! Όπως να θυμάσαι και εμένα όσο μπορείς. Έτσι αμυδρά να σκέφτεσαι εκείνον τον καλό σου φίλο. Τις στιγμές που περάσατε μαζί και την δερμάτινη σέλα που σου είχε κάνει δώρο. Ίσως αυτά να είναι τα μοναδικά πράγματα που μας κρατάνε κοντά τώρα που φεύγω για το μεγάλο ταξίδι. Εγώ να ξέρεις δεν θα σε ξεχάσω! Θα μείνει ανεξίτηλη η εικόνα σου όχι πλέον στα ανθρώπινά μου μάτια αλλά στα μάτια της ψυχής που δεν κλείνουν ποτέ! Έτσι θα παραμείνει και η αναπνοή για να μην σε λησμονήσω και να μην αισθανθώ καμία στιγμή μόνος και ας είμαι πια μακριά σου...
Αφροδίτη Τ. Γ΄5



Καλέ μου γάιδαρε,
Πόσο μεγάλος είναι ο παραλογισμός του πολέμου; Ανάμεσα στα θύματά του βρίσκεστε και εσείς, τα αθώα ζώα, οι αθώες ψυχές που δεν φταίτε σε τίποτα. Έτσι και εσύ, απλά έτυχε να βρίσκεσαι στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Νόμιζα ότι έτρεχες και εσύ δίπλα μου και έκανα τα πάντα για να σε γλιτώσω. Δεν είχα καταλάβει όμως ο καημένος ότι το μόνο που έσερνα μαζί μου ήταν το κεφάλι σου. Η εικόνα που αντίκρισα ήταν τρομακτική. Εσύ, ο γαϊδαράκος μου, το δικό μου ζώο, που με τόσο κόπο απέκτησα, ήταν νεκρό και μέσα στα δόντια σου κρατούσες σφιχτά ακόμα μια τούφα κίτρινες μαργαρίτες ματωμένες. Σου ζητώ συγγνώμη εκ μέρους όλης της ανθρωπότητας για όλο αυτό τον θάνατο και τη φρίκη του πολέμου. Θα σε θυμάμαι πάντα και θα μου λείψεις πολύ!
Με πολλή αγάπη, ο ιδιοκτήτης σου.

Μιχάλης Τ. Γ΄5


Αγαπημένο μου γαϊδουράκι,
Τα χρόνια έχουν περάσει και θα ήθελα να σου πω λίγα πράγματα που κρατάω καιρό μέσα μου.
Αρχικά, θα ήθελα να σου ζητήσω ένα τεράστιο συγγνώμη που σε ταλαιπώρησα τόσο εγώ όσο και η ανθρωπότητα. Δεν μας έφταιξες σε τίποτα και να που κοίτα, εσύ την πλήρωσες. Ακόμα θυμάμαι την μέρα που σ’ αντίκρισα πρώτη φορά. Τόσο όμορφο γαϊδουράκι, τόσο χαρούμενο και χνουδωτό, μου έφτιαχνες πολύ την διάθεση.
Μαζί περάσαμε κάθε δυσκολία αυτού του αισχρού γεγονότος που ονομάζεται πόλεμος. Αχ, και τι δεν θα ‘δινα να σε είχα πίσω γαϊδουράκι μου, να σου μιλούσα, να σε κοιτούσα μες τα μάτια και να σε χάιδευα. Όσα χρόνια ζω, γνώρισα τους ανθρώπους πάρα πολύ καλά, γι’ αυτό αγαπάω τα ζώα τόσο πολύ. Θυμάμαι τις κρύες νύχτες του χειμώνα, πώς με ζέσταινες εσύ όταν είχε κρύο και ταυτόχρονα πόσο το λάτρευα αλλά και το εκτιμούσα. Ήμουν τόσο ευγνώμων για σένα μικρό μου.
Σαν χθες θυμάμαι όμως και την τελευταία φορά που σ’ αντίκρισα, που σου μίλησα και που σε χάιδεψα. Ήσουν τόσο χαρούμενο μετά από καιρό μέσα σ’ αυτή την δυστυχία, τρώγοντας παίζοντας και ζώντας τον ερχομό της άνοιξης. Μακάρι να μπορούσα να σε είχα προστατέψει. Μέσα στον πανικό, δεν γύρισα να κοιτάξω τι τραβούσα. Έπιασα το χαλινάρι σου και άρχισα να τρέχω ελπίζοντας ότι θα σε σώσω. Και με κορόιδευαν οι άλλοι και νόμιζα ότι γιούχαραν την αγάπη που σου είχα, αλλά όχι. Με το που γύρισα να σε κοιτάξω και να σου πω «δεν θα έχουν ποτέ αυτό που έχουμε εμείς, δεν θα το καταλάβουν, μην τους κρατάς κακία», είδα το πιο θλιβερό πράγμα που θα μπορούσα να αντικρίσω ποτέ. Το κεφάλι σου. Σκέτο. Το σωματάκι σου κάπου είχε ξεμείνει και με ακολούθησε μόνο το κεφάλι σου. Μέσα στη θλίψη παρατήρησα το στόμα σου. Κρατούσες μία τούφα κίτρινες μαργαρίτες που όμως ήταν ματωμένες. Τι ειρωνεία! Ένα λουλούδι που συμβολίζει τόσο χαρά, να είναι βαμμένο με το αίμα σου που άδικα κύλησε. Πήγα μετά από καιρό σε εκείνο το σημείο και έκοψα λίγες μαργαρίτες και τις έχω κρατήσει. Να θυμάμαι πως ακόμα και σε μια τόσο σκοτεινή και θλιβερή στιγμή σαν τον πόλεμο, πάντα θα υπάρξει κάτι που θα μπορεί να σε κάνει χαρούμενο αρκεί να το ψάξεις. Για μένα λοιπόν αυτό το κάτι ήσουν εσύ γαϊδουράκι. Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ. Μου λείπεις πολύ… Συγγνώμη που έπρεπε να τα περάσεις όλα αυτά. 
Εύα Στ. Γ΄4

Δεν περίμενα να φτάσω σε αυτό το σημείο. Να να μην σε έχω δίπλα μου να με συντροφεύεις. Να μην σε έχω, όταν δεν είμαι καλά. Να μην... να μην... χίλια και άλλα πόσα να μην σε έχω. Όχι δεν ήθελα να τελειώσει τόσο γρήγορα. Δεν θέλω ό,τι ζήσαμε να μείνουν αναμνήσεις που θα μου θυμίζουν την παρουσία σου ενώ δεν σε έχω πια κοντά μου. Πω πω... και τι δεν πέρασα μαζί σου! Θυμάσαι τότε που κάθε απόγευμα του καλοκαιριού σε έπαιρνα και κάναμε βόλτες να ξεσκάσουμε; Αχ και αυτούς τους κουραστικούς χειμώνες που κάθε φορά που αρρώσταινα μου έτριβες την μούρη σου στο ζεστό κεφάλι μου. Τις μέρες που σου βούρτσιζα την ουρά και την χαίτη, τις μέρες που κουβαλούσες ότι μπορούσες μόνο και μόνο για να πάρουμε κάνα φράγκο, τις μέρες που εσύ έτρωγες το γρασίδι σου και εγώ κοιμόμουν στο δέντρο, θα μου λείψουν όλα. Μετανιώνω κάθε δευτερόλεπτο που ο νους μου σκέφτηκε ότι εκεί θα ζούσες πιο ελεύθερα. Έπρεπε να είχαμε μείνει πίσω κι ας ήταν δύσκολα τα πράγματα, θα σε είχα δίπλα μου. Ίσως να ξέρεις ότι τώρα δακρύζω όσο γραφώ για εσένα αλλά δεν μπορώ να κρατηθώ. Προσπάθησα να σε σώσω κι όμως το μόνο που έσωσα ήταν ένα μέρος σου και εσύ κακόμοιρε το μόνο που ήθελες ήταν να ζήσεις. Να ζήσεις, τίποτα άλλο! Ο καταραμένος ο πόλεμος φταίει για όλα πανάθεμα. Τα ζώα τι φταίνε μου λέτε; Μέχρι και τα λουλούδια της χαράς που προσπαθούσες να φας κόκκινα έγιναν από την κόλαση αυτή...
Αντζελίνα Π. Γ4

Αγαπημένε μου φίλε,
Γνωρίζω ότι προφανώς δεν θα διαβάσεις ποτέ αυτό το γράμμα αλλά έχω την ανάγκη να σου γράψω. Θυμάσαι τότε πριν περίπου 13 χρόνια που σε είδα να περιπλανιέσαι μόνος σου στο λιμάνι; Κατάλαβα ότι θα ταιριάζαμε πολύ. Σε είδα έτσι όπως ήσουν ταλαιπωρημένος και σε περιποιήθηκα, σε φρόντισα σαν παιδί μου. Στο ορκίζομαι ήσουν η καλύτερη παρέα που θα μπορούσα να έχω. Όταν ήσουν μαζί μου η μοναξιά ήταν μια λέξη που δεν υπήρχε στο λεξιλόγιο μου. Με προστάτευες πάντα και αυτό προσπάθησα να κάνω και εγώ, αλλά απέτυχα. Σε παρακαλώ πίστεψέ με από την αγάπη μου για εσένα έκανα τα πάντα επειδή ήθελα να σε προστατέψω. Όταν μου ανακοίνωσαν ότι έπρεπε να σε αφήσω και να σε πάω στο λιμάνι για να σε χρησιμοποιήσουν στον πόλεμο και να σε πάρουν μακριά μου στεναχωρήθηκα αφάνταστα. Με το που σκέφτηκα όμως ότι θα μπορούσα να έρθω μαζί σου δεν υπήρχε δεύτερη σκέψη απλώς ήρθα. Σκέφτηκα ότι θα ήταν άλλη μια δυσκολία που θα αντιμετωπίζαμε παρέα. Μετά από μια μεγάλη περιπέτεια και αφού κουβαλούσες πυρομαχικά και ήσουν εξαντλημένος επιτέλους σε είδα να ξεκουράζεσαι. Είδα πόσο χαρούμενος ήσουν και χαμογέλασε η ψυχή μου. Βέβαια όλα σβήστηκαν από το μυαλό μου όταν άκουσα τα αεροπλάνα και τους πρώτους βομβαρδισμούς. Με κυριάρχησε ο φόβος και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μας προστατέψω. Άρχισα να τρέχω σαν τρελός και σκεφτόμουν πως θα μας σώσω. Καθώς έτρεχα για να ξεφύγω άκουσα φωνές και γέλια. Νόμιζα ότι κορόιδευαν αυτήν την ιδιαίτερη σχέση μου είχαμε ανάπτυξη αλλά τελικά δεν ήταν αυτό. Όταν σταμάτησα για να κοιτάξω πίσω κατάλαβα ότι τόση ώρα έσερνα το όμορφο κεφάλι σου. Όλα σβήστηκαν και ήταν αν όχι η χειρότερη, μία από τις χειρότερες μέρες της ζωής μου. Μετανιώνω την ώρα και την στιγμή που συνέβη. Θα είσαι για πάντα μέσα στην καρδιά μου και δεν σε ξεχάσω ποτέ!

Εβίτα Σ. Γ4

Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

Αναμνήσεις από ταξίδια...

Ο παππούς της Κατερίνας Β., Σκιαθίτης στην καταγωγή, ήταν ναυτικός. Έφυγε από τη ζωή πολύ νέος, μόλις σε ηλικία 50 ετών. Ο πατέρας της θυμάται...

"Ήταν οδυνηρός ο αποχωρισμός κάθε φορά από τον πατέρα μου. Ταξίδευε 16 ή 18 μήνες, για να επιστρέψει μόνο για τρεις μήνες. Στην ουσία μεγάλωσα χωρίς πατέρα. Κάθε φορά που έφευγε ένιωθα απέραντη λύπη και αγωνία για το πότε θα ξαναγυρίσει. Και όταν επιτέλους επέστρεφε από το ταξίδι του, ήμουν ο πιο ευτυχισμένος γιος στον κόσμο! Είχα τον πατέρα μου δίπλα μου. Το πιο δύσκολο κι απάνθρωπο επάγγελμα στον κόσμο είναι αυτό του ναυτικού. Δε γνωρίζει ποτέ τα παιδιά του. Γι’ αυτόν τον λόγο ο πατέρας μου μισούσε τη δουλειά του. Να σημειώσω, βέβαια, ότι την έκανε καλά και ήταν από τους καλύτερους στον κόσμο. Ήταν εκπρόσωπος των LLOYD΄S (ο μεγαλύτερος ασφαλιστής καραβιών στον κόσμο) και πιστοποιούσε πλοϊμότητες πλοίων. Παρόλο όμως τον μεγάλο μισθό, μού είχε πει ότι αν γίνω ποτέ ναυτικός θα με “σκοτώσει” και ότι σημαντικότερο είναι η οικογένεια κι όχι τα χρήματα.
Θυμάμαι που του είχαμε ζητήσει με τα αδέρφια μου να μας φέρει από το εξωτερικό μια μαϊμού. Εκείνος δεν μας αρνήθηκε, δεν ήθελε να μας χαλάσει χατίρι. Βρήκε την μαϊμού και την είχε μαζί του στο καράβι πάνω από 19 μήνες. Κρυμμένη, κάθε φορά που χρειαζόταν, μέσα στην μπλούζα του, γιατί απαγορευόταν. Δυστυχώς, όταν ήρθε η μέρα να αποβιβαστεί από το πλοίο στον Πειραιά, πέρασε από έλεγχο, την εντόπισαν και την κράτησαν. Εκείνος ένιωσε τόσο άσχημα που δεν κατάφερε να μας την φέρει και ξαναπροσπάθησε στο επόμενο ταξίδι αλλά και η μαϊμού και τα άλλα ζώα που μετέφεραν οι συνάδερφοι του παρέμειναν πίσω μετά τον έλεγχο...”


Ευχαριστούμε τον κ. Λευτέρη Β. που μοιράστηκε μαζί μας τις αναμνήσεις του.

Η  Ιωάννα Β. παίρνει συνέντευξη από το θείο της τον κ. Γιάννη Ντ., ο οποίος μοιράζεται μαζί μας κάποιες από τις εμπειρίες του στο πολεμικό ναυτικό. Τον ευχαριστούμε πολύ.

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016

Τα κατάλοιπα μιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας


Οι ορκισμένες παρθένες των ορεινών χωριών της Βόρειας Αλβανίας οδεύουν προς εξαφάνιση. Για αιώνες, ωστόσο, υπήρχαν περιοχές ολόκληρες που υποχρεώνονταν γυναίκες να ζουν σαν άντρες προκειμένου να «ξεπλύνουν» την «ντροπή» της μη απόκτησης αρσενικού απογόνου. Η πατριαρχική εξουσία έπρεπε να παραμείνει με οποιοδήποτε τρόπο και κόστος.

Πρόκειται για γυναίκες που επέλεξαν να ζήσουν σαν άντρες, για να έχουν δικαιώματα και να μη θεωρούνται απλώς περιουσία των συζύγων τους. Αναγκάστηκαν να απαρνηθούν το κοινωνικό φύλο προκειμένου να απολαύσουν κάποιες ελευθερίες που ως γυναίκες θα ήταν αδιανόητο να έχουν, καθώς η ελευθερία θεωρούνταν ταμπού για τις γυναίκες της περιοχής. Στη σημερινή εποχή, κυρίως στη δική μας κοινωνία, αυτό το γεγονός φαντάζει παράξενο, καθώς οι γυναίκες είναι ενταγμένες στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, αφού από το τέλος του 19ου αιώνα αρχίζει η γυναίκα σε όλο τον κόσμο να εισβάλει στα «αντρικά» επαγγέλματα και στις  επιστήμες, να αποκτάει το δικαίωμα της ψήφου και να προωθείται στα δημόσια αξιώματα.

Παρά, όμως, τους σκληρούς αγώνες που έχουν σημειωθεί με σκοπό την ισότητα των δύο φύλων είναι γεγονός πως εκατομμύρια γυναίκες πλήττονται καθημερινά από προκαταλήψεις και στερεότυπα και γίνονται θύματα βίας και εκμετάλλευσης. Οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών εξακολουθούν να υφίστανται και να παραβιάζουν τις αρχές των ίσων δικαιωμάτων και τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε πολλές περιοχές. Αν και η γυναίκα σήμερα, τον 21ο αιώνα, έχει αναγνωριστεί ισάξιο μέλος της πολιτείας, τα κατάλοιπα της ανδροκρατούμενης κοινωνίας, που, δυστυχώς, είναι βαθιά ριζωμένα, συνεχίζουν να την καθορίζουν, να την προσδιορίζουν και να την χειραγωγούν.
                                                                                            Ελένη Δ. Γ΄2

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

Η τιμή και το χρήμα: Η Ρήνη κι ο Αντρέας μετά τον χωρισμό τους γράφουν στο ημερολόγιό τους...



Σήμερα ήταν μια φρικτή ημέρα, επειδή χώρισα με την Ρήνη εξαιτίας της απερισκεψίας μου. Και βέβαια αυτό δεν είναι το χειρότερο. Δεν θα είμαι κοντά στο παιδί μου και μπορεί να μην το γνωρίσω ποτέ με αποτέλεσμα όχι μόνο η Ρήνη θα δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα αλλά και το παιδί μου δεν θα έχει δίπλα του τον πατέρα του.
Νιώθω άσχημα για όσα έκανα σε αυτήν και την οικογένειά της. Φυσικά υπάρχει και το πρόβλημα με το σπίτι. Αν δεν το ξεπληρώσω μέσα σε δύο μήνες θα μου το πάρουν. Γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να δουλέψω σκληρά Και σε τι δουλειά?! Λαθρεμπόριο. Από την μία μεριά εξοικονομάς αρκετά λεφτά αλλά από την άλλη δείχνεις ότι δεν σέβεσαι την κοινωνία.
Δεν ξέρω τι να κάνω! Πραγματικά δεν ξέρω! Μακάρι να είχα μια δεύτερη ευκαιρία! Μόνο μια δεύτερη ευκαιρία!
Τόσα πολλά ζητάω?
Νίκος Γ. Γ΄1

Αγαπητό μου ημερολόγιο,
 Σήμερα κατάλαβα πως τα χρήματα δεν φέρνουν πάντα την ευτυχία. Η Ρήνη πήρε το παιδί μας και έφυγε, αποφάσισε να το μεγαλώσει μόνη της μακριά μου. Εγώ τα χρήματα από τους γονείς της τα ζήτησα, για να είναι  εκείνη ευτυχισμένη και το παιδί μας, αλλά μάλλον δεν το κατάλαβε έτσι εκείνη. Μου λείπει και η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτήν στο πλάι μου. Αχ….. βοήθησέ με να την ξανά φέρω κοντά μου, μόνο εσύ αγαπημένο μου ημερολόγιο με καταλαβαίνεις κανείς άλλος…
                                                                                                       Ανδριάνα Β. Γ΄1
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα πρέπει να πήρα τη σημαντικότερη απόφαση της ζωής μου. Ελπίζω να ήταν και η πιο σωστή. Σου έχω ξαναγράψει για τον Αντρέα, τον άντρα που ερωτεύτηκα, μα δε γνωρίζεις πως πριν λίγες ώρες χώρισα. Για αυτό, θα πρέπει να πάρω τα πράγματα από την αρχή. Λοιπόν, αφού έμεινα έγκυος ο Αντρέας ζήτησε να του δώσω μεγάλη προίκα, πράγμα που δε δεχόμουν, καθώς δεν ήταν σωστό για τα αδέρφια μου. Το αίτημά του με έκανε να συνειδητοποιήσω πως νοιαζόταν μόνο για τα χρήματα και ένιωσα πως δεν ήθελα να μοιραστώ τη ζωή μου με έναν τέτοιο άνθρωπο. Σκεπτόμενη πως σα δουλεύτρα που είμαι δεν έχω την ανάγκη κανενός του ζήτησα να χωρίσουμε. Η απόφασή μου ήταν οριστική, το κατάλαβε ο Αντρέας και έφυγε. Τώρα, νιώθω ανακουφισμένη και σίγουρη πως θα τα καταφέρω και πως θα έχω μία αξιοπρεπέστατη ζωή στηριζόμενη στις δικές μου δυνάμεις μόνο. Ακόμα, νιώθω περήφανη και έτοιμη να αντιμετωπίσω όλα τα εμπόδια που θα συναντήσω. Αυτά, λοιπόν, ημερολόγιό μου, θα σου ξαναγράψω να σου πω τις εξελίξεις και τα νέα μου!
                                                                                                            Ελένη Δ.
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Σήμερα την έχασα για πάντα… Το πρωί ξύπνησα αποφασισμένος να την κάνω να με παντρευτεί. Γεμάτος αυτοπεποίθηση ντύθηκα, ετοιμάστηκα και πήγα στο σπίτι της. Όταν έφτασα εκεί, η καρδιά μου χτυπούσε ασταμάτητα λες και είχα φονεύσει. Ένιωθα τύψεις, αλλά αυτό δεν με σταμάτησε και μπήκα μέσα. Μόλις τους αντίκρισα όλους, ένιωσα λες και είχα καταστρέψει την οικογένεια. Τα λόγια του πατέρα της αντηχούσαν σαν μαχαιριές στα σπλάχνα μου.
Στη συνέχεια μίλησα στη Ρήνη και της είπα ότι δέχομαι να την παντρευτώ για τα τάλαρα που συμφώνησα με τη μητέρα της. Αλλά η Ρήνη νόμισε πως την πούλησα και την αγόρασα αυτήν και την αγάπη. Ένιωσα πολύ ηλίθιος εκείνη τη στιγμή γιατί κατάλαβα το λάθος μου… Έκανα μια τελευταία προσπάθεια, αλλά μάταια όμως. Το βλέμμα με το οποίο με κοίταζε, τα έλεγε όλα. Φάνταζε σαν στρατηγός έτοιμος να εκτελέσει τον προδότη. Το είχα καταλάβει ότι δεν θα την ξαναέβλεπα ποτέ, αλλά τώρα αυτό που με ένοιαζε περισσότερο ήταν το παιδί μου, που δεν ξέρω αν θα γνώριζε τον πραγματικό του πατέρα και την αληθινή ιστορία εκείνης της ημέρας...
Λοιπόν, αγαπητό μου ημερολόγιο, αυτά για σήμερα… Κατάλαβα όμως κάτι πολύ σημαντικό που θα μου χρησιμεύσει σε όλη μου την ζωή: Τα πλούτη ή την περιουσία την χάνεις, την ξαναβρίσκεις και έχει την ίδια γεύση, την αγάπη όμως δεν την αγοράζεις ούτε την πουλάς…

                                                                                                                        Σωτήρης Κ. 

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
  Σήμερα πήρα μια μεγάλη και σημαντική απόφαση για την ζωή μου. Χώρισα με τον Αντρέα. Δεν είναι άξιος να είναι άντρας μου. Τον ενδιέφερε περισσότερο η προίκα, τα χίλια τάλαρα, παρά εγώ. Δεν σκεφτόταν την αγάπη μου και μένα, αλλά την προίκα. Είναι συμφεροντολόγος. Σκέφτεται τα χρήματα και προσπαθεί να εξαγοράσει την αγάπη.
  Αγαπημένο μου ημερολόγιο, τον αγάπησα πολύ και είμαι έγκυος, θα αναθρέψω μόνη μου το παιδί, θα πάω σε μια ξένη χώρα, θα βρω εκεί δουλειά και θα μεγαλώσω εκεί το παιδί μου. Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο, αλλά θα τα καταφέρω.
  Είμαι δουλευταρού, θα κερδίσω χρήματα και θα μεγαλώσω το παιδί μου. Ίσως εκεί γνωρίσω και έναν άλλο άντρα που θα με αγαπήσει πραγματικά και ελπίζω ότι θα βρω την ευτυχία. Πιστεύω ότι θα τα καταφέρω.
  Καληνύχτα αγαπημένο μου ημερολόγιο.
  Αύριο ξημερώνει μια άλλη ημέρα και ελπίζω ότι θα είναι καλύτερη από την σημερινή.                                                                     Ναταλία Κ. Γ΄2


Αγαπητό μου ημερολόγιο,
σήμερα είμαι πολύ δυστυχισμένος. Η αγαπημένη μου Ρήνη δεν με αγαπάει , δεν με ακολούθησε, δεν θα με παντρευτεί ….και για όλα αυτά ποιος φταίει ; Εγώ φυσικά!  Και όλα αυτά εξαιτίας της επιμονής μου για τα τάλαρα. Ανάθεμα τα τάλαρα ! Και τώρα; Πώς θα την ξανακερδίσω; Είναι θυμωμένη μαζί μου και δεν μπορώ να την μεταπείσω. Τι χαζός που ήμουν και σκεφτόμουν μόνο την προίκα της Ρήνης. Πρέπει να βρω έναν τρόπο για να την μεταπείσω.

                                                         Ελένη Δεγ. Γ΄2

Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Αυτές τις μέρες έκατσα και σκέφτηκα τι πρέπει να κάνω με τη ζωή μου. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι ο Ανδρέας που αγάπησα νοιάζεται τόσο για τα χρήματα. Μα πώς μπορεί να με αγαπάει πραγματικά εάν δεν θέλει να με παντρευτεί χωρίς να πάρει πολλά λεφτά; Πραγματικά δεν το καταλαβαίνω, αλλά αυτό που με στεναχωρεί περισσότερο είναι η απελπισία της μητέρας μου.1000 τάλαρα μου ζητούσε μέχρι που η δύστυχη του έδωσε το κλειδί όπου τα έχει για να τα πάρει. Μετά ήρθε και με βρήκε αλλά του είπα πως εγώ στην ζωή μου θα προχωρήσω, θα φύγω μακριά με το παιδί μου και θα έχω μία πολύ καλύτερη ζωή. Έτσι και θα κάνω και θα ψάξω για την πραγματική αληθινή αγάπη!
                                                                                                                                                                              Κατερίνα Β. Γ΄1

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα ήταν μια από τις πιο δύσκολες και δυστυχισμένες μέρες της ζωής μου. Συναντηθήκαμε τον Αντρέα, ήρθε για να πάρει τα 1000 τάλαρα... Αποφάσισα να του πω ότι θα χωρίσουμε και ότι αυτή ήταν η μόνη λύση αφού ζητάει προίκα για να με παντρευτεί .Εσύ τι λες αγαπημένο μου ημερολόγιο ;Το παιδί πώς θα το μεγαλώσω ,μόνη μου; Πρέπει να βρω άμεσα έναν άνθρωπο ο οποίος θα είναι δίπλα μου. Ελπίζω να ήταν η τελευταία δυστυχισμένη μέρα μου...
                                                                                                       Όλγα Κ. Γ΄2


Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Το "τέλος" του Ερωτόκριτου...

Αφού τον εξόρισε ο βασιλιάς, ο Ερωτόκριτος  πήγε σε ένα άγνωστο για αυτόν μέρος στο οποίο βρήκε μια άγνωστη φυλή που μιλούσαν κρητικά και τον φιλοξένησαν στο κάστρο του βασιλιά. Κάποια νύχτα στο βραδινό δείπνο ειπώθηκε η παρακάτω συζήτηση :
Βασιλιάς:-Λοιπόν πώς σε λένε και από πού μας έρχεσαι; 
Ερωτόκριτος:-Με λένε Ερωτόκριτο , έρχομαι από ανατολικά.   
Βασ.:-Και γιατί έφυγες από την πατρίδα σου;        
Ερ.:-Με εξόρισε ο βασιλιάς, γιατί ήθελα να παντρευτώ  την κόρη του.                                   
Βασ:-Αυτό είναι πολύ άσχημο, τί θα κάνεις για αυτό;      


Ερ.:-Τι εννοείς ;                                                          
Βασ.:-Δεν θα διεκδικήσεις αυτή που αγαπάς ;          
Ερ.:-Αλήθεια πιστεύεις πως θα έπρεπε να γυρίσω και να παντρευτώ την Αρετή; Έτσι την λένε...    
Βασ.:-Ναι, αφού σε εξόρισαν είναι το μοναδικό που μπορείς να κάνεις.             
Ερ.:-Έχεις δίκιο αύριο πρωί-πρωί θα φύγω να γυρίσω πίσω το μόνο που θέλω να μου ευχηθείς είναι καλή τύχη.
Βασ.:-Αυτό θα πει πραγματική αγάπη! 

Την άλλη μέρα ο Ερωτόκριτος ξεκινάει για να γυρίσει στην πατρίδα του. Καθώς έφτανε συνάντησε τον πατέρα του.
Πατέρας :-Ερωτόκριτε;!;Γι-Γι-Γιατί είσαι εδώ;
Ερ.:-Πατέρα, ήρθα να διεκδικήσω την Αρετή, θα την κάνω γυναίκα μου.                                  
Πατέρας:-Όχι παιδί μου σε παρακαλώ ο βασιλιάς εάν σε δει θα σε σκοτώσει !!!                              
Ερ.:-Το ξέρω θα την κλέψω, όταν θα κοιμούνται.  
Πατέρας:-Και αν σε καταλάβουν; Δεν θέλω να σε χάσω.                 
Ερ.:-τελεία και παύλα, πατέρα, δεν μου αλλάζεις γνώμη.                
Ο Ερωτόκριτος πράγματι πηγαίνει να κλέψει την Αρετή. Ενώ φεύγανε ένας από την φρουρά τον βλέπει. Τρέχουν να ξεφύγουν αλλά τον πιάνει και τον πάει στην φυλακή.
Την άλλη μέρα το πρωί ο πατέρας του το μαθαίνει. Τρέχει  στο μέρος όπου γίνονται οι αποκεφαλισμοί, για να σώσει το παιδί του.
Πεζόστρατος:-Βασιλιά, μην το κάνεις.                   
Βασιλιάς:-Γιατί; Νομίζω ότι οι εντολές μου ήταν σαφείς.    
Αρετή (κλαίγοντας):-Μπαμπά, σε παρακαλώ μην τον σκοτώσεις, τον αγαπώ.                            
Βασ.:-Δεν αποφασίζεις εσύ τι θα γίνει. Στρατιώτη, πάρε του το κεφάλι.                                    
Πεζόστρατος και Αρετούσα:-Οοοχι!!!
(χλατς)..........
Πεζ.:-Παιδί μου γιατί;;!!;;
Βασ.:-ΧΑ,ΧΑ,ΧΑ ο Ερωτόκριτος ήταν απλά ένα εμπόδιο. Δεν θα έπαιρνε ποτέ την Αρετή.            
Πεζ,:-Γιατί, ανόητε, κατέστρεψες μία ζωή και τον έρωτα δύο παιδιών, πώς έχεις το θράσος να μιλάς ακόμα.  
Βασ.:-Τι είπες ;;; Θες μήπως να έχεις την μοίρα του γιού σου !!!    
Αρετή:-Μπαμπά έχει δίκιο μάλλον δεν…   
Βασ.:- Σουυτ εσύ ! Πήγαινε πάνω στο δωμάτιό σου και από εδώ και πέρα εγώ θα σου λέω ποιον να ερωτεύεσαι !!!
                                   
Τέλος, η Αρετή παντρεύτηκε έναν γιο ενός βασιλιά άλλης πόλης, ο βασιλιάς έγινε ακόμα πιο πλούσιος και ο Πεζόστρατος και η Αρετή ήταν δυστυχισμένοι για το υπόλοιπο της ζωής τους.


                                                                              Άγγελος Π. Γ΄3


Μετά από την μάχη ο ρήγας είδε το θάρρος του Ερωτόκριτου, αναγνώρισε την αξία του και του επέτρεψε να παντρευτεί την κόρη του. Ο Ερωτόκριτος έγινε σπουδαίος βασιλιάς αλλά και πατέρας. Όμως ο τρόπος με τον οποίο βασίλευε δεν άρεσε σε ορισμένους ευγενείς. Γι’ αυτό τον λόγο πλήρωσαν  εξειδικευμένους δολοφόνους να βγάλουν από την μέση αυτόν και την βασιλική οικογένεια. Έτσι και έγινε.

    Την ημέρα που είχε γενέθλια το παιδί της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου είχαν μαζευτεί στο παλάτι πλήθος κόσμου για να γιορτάσουν τα όγδοα γενέθλια του παιδιού. Το βράδυ εκείνης της ημέρας οι δολοφόνοι κατάφεραν με διάφορα τεχνάσματα να εισέρθουν στο παλάτι. Μόλις ο Ερωτόκριτος το συνειδητοποίησε διέταξε όλους να φύγουν πριν να ήταν αργά. Οι βασιλικοί φρουροί μαζί με τον Ερωτόκριτο έδωσαν μια σπουδαία μάχη αλλά δεν κατάφεραν να νικήσουν. Με αποτέλεσμα πολλά μέλη της βασιλικής οικογένειας και φίλων της να σκοτωθούν αλλά και ο αρχηγός αυτής της ‘επιχείρησης’ να αυτοανακηρυχθεί βασιλιάς και να επιβάλλει το τυραννικό καθεστώς.
     Ευτυχώς η Αρετούσα και το παιδί της κατάφεραν να αποδράσουν και να ζήσουν στην επαρχία. Ο Ερωτιάρης (το παιδί της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου) όταν μεγάλωσε έγινε δυνατός, δίκαιος, έξυπνος, εφευρετικός  και με άλλα  ψυχικά χαρίσματα. Αλλά μέσα του ‘έβραζε’ από θυμό για το θάνατο του πατέρα του και ήθελε να πάρει εκδίκηση για τον χαμό του.
     Εκείνος με την συμπαράσταση της  μητέρας του αλλά  και την βοήθεια διάφορων  φίλων  της βασιλικής οικογένειας  κατόρθωσε όχι μόνο  να σκοτώσει τους ευγενείς  αλλά και να γίνει ο πιο σπουδαίος  βασιλιάς όλων  των εποχών.
                                                                                   Νίκος Γ. Τάξη Γ΄1     

Μόλις παντρεύτηκε ο Ερωτόκριτος με την Αρετούσα ήτανε και οι δύο ευτυχισμένοι, όμως ο βασιλιάς ακόμα δεν μπορούσε να το αντέξει, γιατί δεν ήθελε τον Ερωτόκριτο που ήταν φτωχός. Μια μέρα σκέφτηκε να κανονίσει με μια κοπέλα να φιλήσει τον Ερωτόκριτο μπροστά στην Αρετούσα. Και έτσι και έγινε, η κοπέλα τον γνώρισε και μόλις πέρναγε η Αρετούσα τους είδε να φιλιούνται, ο Ερωτόκριτος προσπαθούσε να την αποφύγει, αλλά η Αρετούσα είχε ήδη απομακρυνθεί με δάκρυα στα μάτια. Ο Ερωτόκριτος δεν μπορούσε να την βρει γι’ αυτό γύρισε στο παλάτι. Καθώς πήγαινε στο δωμάτιό του άκουσε ομιλίες να ακούγονται στον διάδρομο του παλατιού, ο βασιλιάς με την κοπέλα που τον φίλησε μιλούσαν και την ευχαρίστησε που τον βοήθησε να εκπληρώσει τον σκοπό του.

Την επόμενη μέρα μίλησε στην Αρετούσα και εκείνη τον πίστεψε ότι ήταν ένα κόλπο του βασιλιά, γιατί ο Ερωτόκριτος δεν λέει ποτέ ψέματα. 
Η Αρετούσα με τον Ερωτόκριτο αποφάσισαν να φύγουν από το παλάτι, αφού είπαν στο βασιλιά ότι γνώριζαν το σατανικό κόλπο του. Ο βασιλιάς ζήτησε συγγνώμη και υποσχέθηκε να τους αφήσει ήσυχους λέγοντάς του: ''αν τον αγαπάς πραγματικά κόρη μου εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι για να σας χωρίσω , μην φύγεις μακριά μου σε αγαπώ πολύ και δεν θέλω να σε χάσω''. Το ζευγάρι αποφάσισε να ζήσει στο παλάτι. Ο βασιλιάς άρχισε να συμπαθεί τον Ερωτόκριτο σαν να τον είχε γιο του και τέλος ο Ερωτόκριτος με την Αρετούσα έκαναν δύο παιδιά που το πρώτο το ονόμασαν Ηρακλή και το δεύτερο Περσεφόνη.


                                                                                       Αγγελική Γκ.  Γ'1


Μετά από δυο χρόνια αφού παντρεύτηκε η Αρετούσα με τον Ερωτόκριτο έκαναν τρία παιδιά, ένα αγόρι και δυο δίδυμα κορίτσια. Όλα κυλούσαν καλά στη ζωή τους μέχρι που έφτασε η ώρα της βάφτισης του αγοριού. Ο Πεζόστρατος ήθελε το παιδί να πάρει το όνομα του όπως και ο βασιλιάς. Αυτοί οι δυο δεν τα πήγαιναν ποτέ καλά μεταξύ τους. Πριν μόλις έναν χρόνο είχαν πιαστεί στα χέρια επειδή ο Πεζοστρατος πήγε και μετακόμισε δίπλα στον βασιλιά, ύστερα από λίγο όμως τα βρήκαν. Η Αρετούσα κα ο Ερωτόκριτος αποφάσισαν κρυφά από τους γονείς τους το όνομα του αγοριού και θα τους το ανακοίνωναν στη βάφτιση. Ύστερα από την βάφτιση οι γονείς τους είχαν νεύρα μαζί τους γιατί δεν ονόμασαν το αγόρι με κανένα από τα δυο ονόματα. Έτσι ο Πεζοστρατος και ο βασιλιάς κατάλαβαν πως τελικά δεν ήταν τόσο διαφορετικοί ο ένας από τον άλλον. Έτσι ηρέμησαν και η Αρετούσα με τον Ερωτόκριτο.
                                                                                                                           Βίκη Β. 


Ο Πεζόστρατος αφού εξέφρασε τα επιχειρήματα του στον βασιλιά πιστεύοντας ότι θα τον έπειθαν ότι αξίζει να παντρευτεί ο γιος του την κόρη του, γιατί είχε πλούσια ψυχικά χαρίσματα, ο βασιλιάς  αντί  να τα εκτιμήσει αυτά, τυφλωμένος από τον εγωισμό του, καθώς σκεφτόταν μόνο την εικόνα του και το τι θα πουν οι υπήκοοι του, σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια τον Πεζόστρατο και διέταξε την σύλληψη αλλά και τον θάνατο του Ερωτόκριτου. Ως παραδειγματισμό για να μην ξαναγίνει αυτό στο παλάτι, πάντρεψε την Αρετούσα με ένα βασιλόπουλο από μια μακρινή χώρα και από τότε δεν άκουσε κανένας τίποτα για αυτή.
Η κατάληξη του βασιλιά ήταν τραγική, αφού δεν μπορούσε να δει πια τη κόρη του έγινε αλκοολικός και βρισκόταν καθημερινά σε κάποιο καπηλειό ως  ότου μια μέρα που μέθυσε νομίζοντας  ότι πήγε να κάνει βουτιά στην λίμνη έπεσε από το μπαλκόνι που πέρασε για όχθη και πέθανε.
                                                                                                                Μαρία Π.  Γ΄3

https://ssl.gstatic.com/ui/v1/icons/mail/images/cleardot.gif

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Παραλλαγές του γιοφυριού της Άρτας ή εναλλακτικές προσεγγίσεις


Πέντε μάστοροι από την Αρβανία,
Δύο από τα Γιάννενα και τρεις απ’ τα Τζουμέρκα.
Έχτιζαν το γιοφύρι μα το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Τον λόγο τον εγύρευαν μα το γιατί δεν βρίσκαν,
ώσπου σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε μια μαύρη γάτα
τον λόγο επήρε και στον πρωτομάστορα είπε:
«Αδερφή αν δεν θυσιάσεις γιοφύρι δεν θα φτιάξεις».
Πανικός τον έπιασε  τον μάστορα
Μα πώς τη μικρή του αδερφή θα πα να θυσιάσει;
Μια φαεινή ιδέα του ’ρθε το πρώτο το μαστόρι
να στείλει για να την καλέσει να περπατήσει τάχα πρώτη στο έτοιμο γιοφύρι.
Τον αδερφό της συναντά και με απορία τον ρωτά: «Μα γιατί με φώναξες καλέ μου αδερφέ, αφού γιοφύρι έτοιμο δεν έχει για να δω».
Σπρώχνει ο πρωτομάστορας με πίκρα μεγάλη τη μικρή του αδερφή στην τρύπα τη μεγάλη.
Βγάζει λόγο η αδερφή «μεγάλη κατάρα θα σας βρει».
Στενοχώρια έπιασε τον πρωτομάστορα μεγάλη κι έπεσε κι αυτός κι έτσι χτίστηκαν κι οι δυο στο γιοφύρι το γερό.
Κατερίνα Β
Πωλίνα Γ.
Μαρία Γ


Ήταν εννιά φίλοι που χτίζανε γεφύρι.

Κάθε βδομάδα γκρεμιζόταν χωρίς αιτία.

Καθίσανε και εσκεφτήκανε και ξαφνικά τους ήρθε λύση.

Ένας αετός σαν από μηχανής θεός τους είπε:

<<δίχως μπετό γεφύρι δεν στεριώνει>>.


Το καλοσκεφτήκανε και το έκαναν στην πράξη.

Το γεφύρι ήταν γερό σαν βράχος από ένα βουνό

Αλλά στο τέλος ήρθε ένα (εχθρικό) μαχητικό και τα έκανε όλα

 ρημαδιό.
                                                                    Αναστάσιος Γ.
                                                                    Νίκος Γ.
                                                                    Δημήτρης Β
                                                                    
                                                                    Περικλής Α.



Σαράντα μάστορες προσπαθούν να χτίσουν μια γέφυρα που τους είχε αναθέσει ο βασιλιάς. Τη μέρα το χτίζανε και το βράδυ γκρεμιζόταν. Απεγνωσμένοι οι μάστορες αναζητούσαν λύση σε όλο το χωριό αλλά μόνο ένας μπορούσε να τούς βοηθήσει. O μεγάλος σοφός του χωριού.
Ο πρωτομάστορας πρώτος πήγε να ρωτήσει. Ο μεγάλος σοφός είπε πως κάποιο σημαντικό άτομο πρέπει να θυσιαστεί. Όλοι οι μάστορες αποφάσισαν ότι αυτό το άτομο ήταν η γυναίκα του πρωτομάστορα. Έτσι, οι μάστορες έστειλαν έναν νεαρό αγγελιοφόρο να πει στην γυναίκα του πρωτομάστορα να έρθει στη γέφυρα. Ο νεαρός όμως γεμάτος ενοχή της είπε ότι για θυσία προοριζόταν. Έτσι η γυναίκα έκπληκτη και συντετριμμένη αποφάσισε πως ο άντρας της έπρεπε να πληρώσει. Καθώς έφτανε στην γέφυρα αντίκρισε τον άντρα της ο οποίος ήταν πρόθυμος να την θυσιάσει χωρίς δεύτερη σκέψη. Εκείνος της είπε να πλησιάσει σε έναν λάκκο για να του περιγράψει τι βρίσκεται μέσα, επειδή ήταν η μόνη που μπορούσε να χωρέσει. Η γυναίκα πλησίασε και ο νεαρός έσπρωξε τον πρωτομάστορα μέσα στον λάκκο. Όλοι οι μάστορες άρχιζαν να τον χτίζουν. Ο πρωτομάστορας μπερδεμένος και θλιμμένος θυμήθηκε τα λόγια του μεγάλου σοφού ότι ένα σημαντικό άτομο έπρεπε να θυσιαστεί.

Ανδρέας Γ.
Γιώργος Γ.
Γιώργος Β.
Δημήτρης Γκ.


Εκατό μάστοροι και πενήντα μαθητάδες
Κάθε μέρα χτίζανε της Άρτας το γιοφύρι
μα το βράδυ έπεφτε και πολύ στενοχωριούνταν.
Και μια μέρα η μάντισσα προφητεία είπε:
«Την κόρη της βασίλισσας να θυσιάσουν πρέπει».
Τ’ άκουσε η βασίλισσα και του θανάτου πέφτει.
 Προτού καλά καλά το σκεφτεί η βασίλισσα
Την κόρη παν’ και παίρνουν τάχα πως πάνε στο χωριό
λουλούδια να της φέρουν!
Καθώς φτάνουν στο γιοφύρι,
η βασίλισσα προβάλλει τη θέση της κόρης της να πάρει.
Κλάμα κακό και συμφορά, κλάμα κακό και δάκρυ ανάμεσα στη μάνα και στη μονάκριβή της κόρη.
Θυσία έγινε κι η μάνα εσκοτώθει για το καλό του τόπου της
και της μικρής της κόρης!
                                                                       Ολυμπία Α.
                                                                       Σεϊμά Α.
                                                                        Ανδριάνα Β.
                                                                        Βλάχου Ρ.
 Τρεις  μάστοροι και έξι μαθητάδες
έργο σπουδαίο χτίζανε μα το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Έκατσαν και σκέφτηκαν το κεφάλι τους εσπάσαν
και στο τέλος λύση βρήκανε  απ’ το  θεό  σταλμένη.
Κάθε μάστορας γυναίκα αγαπημένη έπρεπε να θυσιάσει.
Το επόμενο αποταχύ οι τρεις γυναίκες έφτασαν
νύφες των μαστόρων χαρούμενες ερώτησαν πώς πάνε οι δουλειές.
Εκείνοι βοήθεια τους ζήτησαν στα θεμέλια να μπούνε να αντικαταστήσουνε τους αρρώστους βαριά μαθητάδες….
Εκείνες επονηρεύτηκαν πως σχέδιο είχαν οι άνδρες  από όνειρο της προηγούμενης νυκτός και δεν αποδέχτηκαν τη βούληση των ανδρών τους.
Μόνο κατάρα έδωσαν το έργο αυτό ποτέ να μη χτιστεί και πάντα έτσι να μείνει.
                                                                      
                                                                                  Μαρία Α.
Ιωάννα Β.
             Το ξωκκλήσι του Αι-Λιος
Εκεί στην άκρη του βουνού
δίπλα σε μια βρυσούλα
ξωκλήσι ετοιμάζανε
σαράντα νοματαίοι
ξωκλήσι ήταν του Αι- Λιος
στη χάρη του ταγμένο
να σταματάνε όσοι θεν
να ανάβουν τα καντήλια.
Από την μια το κτίζουν
από την άλλη πέφτει.
Τι νάνε άραγε αυτό που θα στεριώσει
τούτο δω το ξωκλήσι το ξακουστό;
Μιλάνε, συλλογίζονται και ευθύς αποφασίζουν
όλοι μαζί να ανταμωθούν στην άκρη της βρυσούλας.
Και εκεί που κάθονταν και απόφαση δεν πέρναν
θαρρούν πως τάχα το νερό της βρύσης του μιλά.
-         Γεια σας λεβέντες κι άρχοντες
μα λύση δεν θα βρείτε
αν δεν ακούσετε εμέ τούτο που χω να σας πω:
-         Αυτή ,λοιπόν,την εκκλησία σε τούτο το ξωκλήσι
τοίχος δε κτίζεται ψηλός ούτε πόρτα στεριώνει
αν άνθρωπος δεν μπει στη γη βαθειά να το στηρίξει.
Βαθειά σιγή επλάκωσε ετούτη τη βρυσούλα
και η φύση λες και πάγωσε στα λόγια του νερού.

Και ξάφνου εμφανίστηκε ο παπά-Γιάννης μπρός τους
και ευθύς τους αποκρίθηκε πως τούτη εδώ η εκκλησία
είναι δική του ευθύνη γι΄ αυτό και ο ίδιος θα γηνεί θυσία για να γίνει .
Με λύπη και με απελπισία
την άλλη μέρα κτίζουν τον παπά-Γιάννη τον καλό
κάτω από το Άγιο Ιερό.
Την ώρα εκείνη ο παπά-Γιάννης εύχεται από το μαύρο χώμα:
-         Διαβατές εύχομαι σε εσάς εδώ που θα σταματάτε
την θεια χάρη να ‘χετε κεράκι να μου αναφτε
και απλόχερα τα αγαθά έχετε στην ζωή σας.


                                                                                                  Έλενα Δ.
                                                                                                   Όλγα Κ.


Εξήντα εργάτες βοηθούσαν για τη δημιουργία του γιοφυριού των Ιωαννίνων. Όμως κάθε μέρα πέθαινε κι ένας εργάτης, καθώς το γιοφύρι δεν στέριωνε. Ολημερίς και ολονυχτίς προσπαθούσαν χωρίς κανένα αποτέλεσμα μέχρι που οι μάστοροι έγιναν τριάντα.
Σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε ένας λύκος και όλοι τρόμαξαν χωρίς να καταλάβουν ότι ήρθε για καλό, ως τη στιγμή που μίλησε με ανθρώπινη λαλιά. Τη λύση τους φανέρωσε, θυσία έπρεπε να γίνει. Οι πρώτοι οι διαβάτες που φανούν αυτοί θα το θεμελίωναν. Αυτό τους φάνηκε εύκολη νίκη σε μια μάχη που πίστευαν πως δεν θα τέλειωνε ποτέ, ως το άλλο πρωί που οι πρώτοι διαβάτες ήταν η οικογένεια του πρωτομάστορα, η γυναίκα του και τα τρία του παιδιά. Σαν τους είδε ο πρωτομάστορας πληγώθηκε πολύ και παρόλο που νεύματα τους έκανε για να γυρίσουν πίσω, εκείνοι το βήμα επιτάχυναν.
 Ο λύκος χάρηκε πολύ χωρίς να κάνει προσπάθεια να το κρύψει. Με δικαιολογία ότι χάθηκε το δαχτυλίδι του πρωτομάστορα, η γυναίκα  και τα παιδιά του προσφέρονται αμέσως να βοηθήσουν. Έψαχναν αρκετή ώρα αλλά τίποτα δεν έβρισκαν. Ο λύκος πήγε να δει από κοντά τη θυσία της οικογένειας, καθώς όμως υπήρχαν (μέσα στο γιοφύρι) δύο έξοδοι, τη στιγμή που η μητέρα με τα τρία παιδιά έβγαιναν ο λύκος έμπαινε με αποτέλεσμα να θυσιαστεί ο ίδιος, αφού στο μεταξύ οι εργάτες έριξαν πολλές πέτρες με αποτέλεσμα ο λύκος να θαφτεί στο γιοφύρι.
Το γιοφύρι από τότε έχει στεριώσει κι η οικογένεια έζησε για πολλά χρόνια ευτυχισμένη
Μαρία Π.
Φαίη  Κ.
Μυρτώ Κ.