Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Το σχολείο στον καιρό του παππού και της γιαγιάς...

Συνέντευξη από τη γιαγιά μου για τα μαθητικά της χρόνια και το σχολείο της....
- Γιαγιά θα ήθελα να σου κάνω κάποιες ερωτήσεις σχετικές με το σχολείο, όταν ήσουν εσύ μαθήτρια...
-Πώς ήταν το κτήριο και το προαύλιο;
-Το σχολείο ήταν ορθογώνιο και η σκεπή είχε κεραμίδια. Δεν υπήρχαν όροφοι, όπως σήμερα. Οι αίθουσες ήταν μεγάλες γιατί κάθε τμήμα είχε πολλά παιδιά. Το προαύλιο ήταν στρωμένο με χώμα. Το αγαπημένο παιχνίδι που έπαιζα στο διάλειμμα ήταν το κουτσό.
-Πώς ήταν τα θρανία κι ο πίνακας;
-Τα θρανία ήταν ξύλινα. Το θρανίο με την καρέκλα ήτα κολλημένα κι έμοιαζε με παγκάκι. Ήταν μεγάλα, γιατί θυμάμαι ότι καθόμουν μαζί με άλλες δύο συμμαθήτριές μου. Μια φορά ξεχάστηκα να σηκωθώ όρθια, για να πω το μάθημα κι ο δάσκαλος με έβαλε τιμωρία. Κάθε μέρα κουβαλούσαμε κι ένα ξύλο για τη σόμπα της τάξης. Ο πίνακας ήταν μαύρος και γράφαμε με κιμωλία.
-Θυμάσαι πώς ήταν ο δάσκαλός σου;
-Ο δάσκαλος ήταν πολύ αυστηρός. Χρησιμοποιούσε τη Βέργα για να μας τιμωρήσει.
-Τι φορούσες στο σχολείο;
-Ήμουν υποχρεωμένη να φοράω μαθητική ποδιά. Ήταν μπλε. Των κοριτσιών ήταν σαν ρόμπα που έκλεινε με κουμπιά. Στη μέση είχε μια ζώνη. Είχε δαντελένιο γιακά. Στα μαλλιά μου φορούσα άσπρη κορδέλα.
-Τα τετράδιά σου πώς ήταν;
-Τα τετράδιά μου δεν είχαν πολύχρωμες ζωγραφιές. Τα κρατούσα ατσαλάκωτα, γιατί όπως έλεγε ο δάσκαλος «το τετράδιο είναι ο καθρέφτης του μαθητή»
-Τι φορούσαν οι δάσκαλοι και τι οι δασκάλες;
-Ήταν καλοντυμένοι, Οι άντρες φορούσαν κοστούμι κι οι γυναίκες ταγέρ με μακριές φούστες.
-Πώς ήταν η συμπεριφορά των παιδιών προς τους δασκάλους;
-Τα παιδιά φοβούνταν τους δασκάλους και τους συμπεριφέρονταν με σεβασμό. Υπήρχε πάντα μια απόσταση στην επικοινωνία μεταξύ τους.
-Περνούσες ευχάριστα στο σχολείο και γιατί;
-Περνούσα ευχάριστα, γιατί αν δεν πήγαινα στο σχολείο θα έμενα σπίτι ή θα δούλευα. Εκεί έπαιζα, τραγουδούσα και μάθαινα καινούρια πράγματα που δεν μπορούσα να τα μάθω πουθενά αλλού.

                                                                                                                         Ιωάννα Χρ. Α 5

Ο παππούς μου θυμάται την πρώτη μέρα στο σχολείο...
Το προηγούμενο Σάββατο επισκέφτηκα, μαζί με την οικογένεια μου, την γιαγιά μου και τον παππού μου. Ο παππούς μού λέει αμέτρητες ιστορίες από το παρελθόν του και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία μα μάθω για την πρώτη του μέρα στο σχολείο. Μου την περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια. Άρχισε το σχολείο το 1946 και το τελείωσε το 1952. Αλλά ας πάρω τα πράγματα από την αρχή. Ο παππούς μου ξύπνησε ενθουσιασμένος και γεμάτος αγωνιά μιας και δεν είχε ξανάπαει στο σχολείο αλλά ταυτόχρονα ένιωσε και ένα έντονο χτύπο στην καρδιά για το τι θα συναντήσει .Αργότερα έφαγε και ντύθηκε με πρόχειρα ρούχα εφόσον τότε δεν υπήρχαν ποδιές. Επίσης, στην εποχή του υπήρχε φτώχεια και δεν υπήρχαν χρήματα για να ντυθείς επίσημα. Έπειτα χαιρέτησε τους γονείς του και κίνησε για το σχολείο .Όμως η μητέρα του τον τράβηξε από το χέρι και του είπε να είναι  καλός μαθητής και του ευχήθηκε καλή πρόοδο. Έπειτα τον άφησε να φύγει. Στην συνέχεια κράτησε τον μεγαλύτερο αδερφό του από το χέρι και πήγε στο σχολείο που βρισκόταν στην άλλη άκρη του χωριού. Ο παππούς μου κατοικούσε σε ένα χωριό στον νόμο Βοιωτίας ,το οποίο ήταν σχετικά μικρό και ο χρόνος που έκανε για να πάει από την μια άκρη του χωριού στην άλλη ήταν πέντε λεπτά περίπου .Μόλις έφτασε στο σχολείο έκανε από το πρώτο λεπτό κιόλας φίλους. Όπως είπα και πριν το χωριό ήταν μικρό και όλα τα παιδιά ήξεραν κάποιους. Ο παππούς μου όταν αντίκρισε την δασκάλα του την κ. Αλεξάνδρα (μου έκανε εντύπωση πως θυμόταν το όνομα της δασκάλας του) του φάνηκε συμπαθητική, αγαπητή και μου εξήγησε πως έδινε θάρρος στα παιδία για το τι θα συναντήσουν .Η δασκάλα αυτή από την πρώτη μέρα τους ξενάγησε στον μοναδικό χώρο του σχολείου. Υπήρχε μια πολύ μεγάλη αίθουσα στην οποία υπήρχε

ένας πίνακας και μια έδρα .Πάνω στην έδρα της δασκάλας υπήρχε μια βέργα η οποία τράβηξε όλα τα βλέμματα των παιδιών. Όλοι οι μαθητές φοβήθηκαν και η κυρία τους καθησύχασε λέγοντας τους πως θα τη χρησιμοποιεί σπάνια. 
Στα θρανία κάθονταν 6-6 μαθητές και το σχολείο ήταν μονοθέσιο. Επίσης υπήρχε μια αυλή στην οποία τα παιδιά έκαναν διάλειμμα μόνο μια φορά την μέρα. Γύρω από το σχολείο δεν υπήρχαν κάγκελα και έτσι τα παιδιά την ώρα του διαλείμματος μπορούσαν να πάνε και να φάνε  στα σπίτια τους το κολατσιό τους .Αφού το τελείωναν γυρνούσαν στο σχολείο και άρχιζαν το μάθημα .Μέσα στην αίθουσα υπήρχαν 70 παιδιά. Κάτι ακόμα είναι πως έκαναν μάθημα όλες τις μέρες εκτός από τη Κυριακή. Κάθε πρωί άρχιζαν το σχολείο στις 08.00 και τελείωναν το μάθημα στις 12.30 περίπου ενώ το απόγευμα πήγαιναν στο σχολείο από τις 03.00 και τελείωναν το μάθημα στις 06.00. Τις Τετάρτες και τα Σάββατα δεν έκαναν μάθημα τα απογεύματα. 
Τέλος, ο παππούς μου έπαιρνε πάντα μια τσάντα η οποία είχε ραφτεί στον αργαλειό από την μητέρα του. Μέσα σε αυτήν την τσάντα υπήρχε ένα κονδύλι και μια μαύρη πλάκα .Το κονδύλι ήταν ένα αντικείμενο σαν μολύβι το οποίο έγραφε μόνο πάνω στην μαύρη πλάκα. Η μαύρη πλάκα είχε δυο πλευρές .Από την μια πλευρά η επιφάνεια της ήταν όλη μαύρη και από την άλλη υπήρχαν τετραγωνάκια σαν αυτά που υπάρχουν και σήμερα στα τετράδια αριθμητικής.
                                                                                                  Έλενα Παππά 
                                                                                                            Α’5
   
Ας πάμε λοιπόν λίγο πίσω στο χρόνο. Χρονολογία 1943-44. Πόλεμος στην Ελλάδα. Κατοχή. Παρόλα αυτά ένα μικρό κορίτσι με μπλε ποδιά, όπως όλα τα άλλα, πηγαίνει τα πρωινά σχολείο.
   Ένα μικρό κορίτσι με ξανθά και σγουρά μαλλιά και μπλέ ματάκια αναπολεί εκείνες τις μέρες μετά από 73 χρόνια. Αυτό το μικρό, τότε κορίτσι αποφάσισε να μου διηγηθεί τα παιδικά του χρόνια ως μαθήτρια. Έγινε γυναίκα, μητέρα και γιαγιά όταν αποφάσισε να πει στην εγγονή της πως περνούσε τότε.
  Άρχισε να εξιστορεί αυτά που ήθελε να πει λέγοντας << Τα χρόνια μου ήταν δύσκολα , με φτώχεια και πείνα. Για εμένα μόνο μια χαρά υπήρχε τότε, το σχολείο>>. Συνέχισα να την ρωτάω πως ήταν τότε οι δάσκαλοι και πως φέρονταν στους μαθητές τους. Μετά από μια μικρή παύση, για να σκεφτεί, άρχισε λέγοντας ότι οι δάσκαλοι ήταν καλοί άνθρωποι και πάνω από όλα ευγενικοί και καθόλου βάναυσοι. Όμως συνέχισε λέγοντας ότι η χαρά της δεν κράτησε για πολύ. Ο θείος της, αδερφός, του πατέρα της, επειδή ήταν φτωχοί άνθρωποι, τους υποχρέωσε να σταματήσουν την κόρη τους από το σχολείο και να την άρει στο εργοστάσιο ως λογίστρια. Η γιαγιά μου μικρή τότε, δεν μπορούσε να φέρει αντίρρηση. Έτσι πήγε να δουλέψει σταματώντας το σχολείο. 
    Μέρα με τη μέρα η γιαγιά μου κουραζόταν όλο και πιο πολύ ως παιδί. Ώσπου, ξαφνικά ο θείος της έπαθε ανακοπή καρδιάς. Το εργοστάσιο φαλίρισε και αγοράστηκε από άλλον. Η γιαγιά μου μετακόμισε στον συνοικισμό των Μικρασιατών στο Ρέντη, εκεί γνώρισε τον παππού μου και συνέχισε τη ζωή της.
    Μετά από αυτή τη διήγηση συγκλονίστηκα! Πόσα άραγε, σκέφτηκα έχουν τα παιδιά σήμερα; Πόσες ευκολίες, σχολεία, φροντιστήρια, ρούχα, βιβλία και όμως η μάθηση για αυτά δεν είναι τόσο σημαντική. Με πόση λαχτάρα τα τότε παιδιά ήθελαν να πάνε σχολείο... Ενώ τώρα προσπαθούν να απαλλαγούν ακόμα και από ένα λεπτό μαθήματος.
    Εύχομαι να συνειδητοποιήσουμε όλοι μας πόσο σημαντική είναι η γνώση στον άνθρωπο και πόσο ωραίο είναι που έχουμε τη δυνατότητα να πάμε σχολείο και να λάβουμε αυτή τη γνώση.
                                                                                                 Έφη Τσ. Α΄5

-         Παππού, μπορείς να μου περιγράψεις μια μέρα στο σχολείο σου;
-     Φυσικά, παιδί μου. Πρώτα απ’όλα το σχολείο άρχιζε στις 8:00π.μ και γι’αυτό έπρεπενα φεύγω από το σπίτι δεκαπέντε λεπτά νωρίτερα, διότι ήταν 1,5 χιλιόμετρο μακριά από το σχολείο. Όταν χτύπαγε το κουδούνι ο Γυμνασιάρχης φώναζε έναν μαθητή να πει την προσευχή. Όταν τέλειωνε, ανέβαινε μία μία τάξη και δεν έπρεπε να αργήσεις, γιατί έτσι και ερχόσουν μετά τον καθηγητή έτρωγες τιμωρία. 
-        
Τιμωρούσαν και πώς;
   Βεβαίως τιμωρούσαν, με γραπτές ή σωματικές τιμωρίες. Για παράδειγμα αν έκανα αταξία μου έλεγε ο καθηγητής να γράψω εκατό φορές «θα είμαι άλλη φορά φρόνιμος» ή μου έδινε μία με τη βίτσα. 
 Μπορείς να μου περιγράψεις ένα περιστατικό;
   Ναι, για άσε με λίγο να σκεφτώ, γιατί έγιναν πολλά.....Α, θυμήθηκα!!! Μία μέρα το πρωί είχαμε πιάσει έναν κοκκινολαίμη. Την επόμενη μέρα πήγαμε στο σχολείο, βάλαμε τον κοκκινολαίμη στο συρτάρι του καθηγητή και μόλις ανέβηκε και το άνοιξε, πετάχτηκε στον αέρα. Επειδή αυτός ο καθηγητής ήταν πολύ δειλός και τον τρομάξαμε έβαλε τετραήμερη αποβολή σε όλη την τάξη. 
-         Ευχαριστώ πολύ παππού για το χρόνο σου. 
-        Να ξέρεις παιδί μου ότι οι παλιές ιστορίες με γυρίζουν χρόνια πίσω και με  κάνουν να νιώθω και πάλι νέος.


                                                                                     Γιώργος Σ.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

Η τιμή και το χρήμα: Η Ρήνη κι ο Αντρέας μετά τον χωρισμό τους γράφουν στο ημερολόγιό τους...



Σήμερα ήταν μια φρικτή ημέρα, επειδή χώρισα με την Ρήνη εξαιτίας της απερισκεψίας μου. Και βέβαια αυτό δεν είναι το χειρότερο. Δεν θα είμαι κοντά στο παιδί μου και μπορεί να μην το γνωρίσω ποτέ με αποτέλεσμα όχι μόνο η Ρήνη θα δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα αλλά και το παιδί μου δεν θα έχει δίπλα του τον πατέρα του.
Νιώθω άσχημα για όσα έκανα σε αυτήν και την οικογένειά της. Φυσικά υπάρχει και το πρόβλημα με το σπίτι. Αν δεν το ξεπληρώσω μέσα σε δύο μήνες θα μου το πάρουν. Γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να δουλέψω σκληρά Και σε τι δουλειά?! Λαθρεμπόριο. Από την μία μεριά εξοικονομάς αρκετά λεφτά αλλά από την άλλη δείχνεις ότι δεν σέβεσαι την κοινωνία.
Δεν ξέρω τι να κάνω! Πραγματικά δεν ξέρω! Μακάρι να είχα μια δεύτερη ευκαιρία! Μόνο μια δεύτερη ευκαιρία!
Τόσα πολλά ζητάω?
Νίκος Γ. Γ΄1

Αγαπητό μου ημερολόγιο,
 Σήμερα κατάλαβα πως τα χρήματα δεν φέρνουν πάντα την ευτυχία. Η Ρήνη πήρε το παιδί μας και έφυγε, αποφάσισε να το μεγαλώσει μόνη της μακριά μου. Εγώ τα χρήματα από τους γονείς της τα ζήτησα, για να είναι  εκείνη ευτυχισμένη και το παιδί μας, αλλά μάλλον δεν το κατάλαβε έτσι εκείνη. Μου λείπει και η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτήν στο πλάι μου. Αχ….. βοήθησέ με να την ξανά φέρω κοντά μου, μόνο εσύ αγαπημένο μου ημερολόγιο με καταλαβαίνεις κανείς άλλος…
                                                                                                       Ανδριάνα Β. Γ΄1
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα πρέπει να πήρα τη σημαντικότερη απόφαση της ζωής μου. Ελπίζω να ήταν και η πιο σωστή. Σου έχω ξαναγράψει για τον Αντρέα, τον άντρα που ερωτεύτηκα, μα δε γνωρίζεις πως πριν λίγες ώρες χώρισα. Για αυτό, θα πρέπει να πάρω τα πράγματα από την αρχή. Λοιπόν, αφού έμεινα έγκυος ο Αντρέας ζήτησε να του δώσω μεγάλη προίκα, πράγμα που δε δεχόμουν, καθώς δεν ήταν σωστό για τα αδέρφια μου. Το αίτημά του με έκανε να συνειδητοποιήσω πως νοιαζόταν μόνο για τα χρήματα και ένιωσα πως δεν ήθελα να μοιραστώ τη ζωή μου με έναν τέτοιο άνθρωπο. Σκεπτόμενη πως σα δουλεύτρα που είμαι δεν έχω την ανάγκη κανενός του ζήτησα να χωρίσουμε. Η απόφασή μου ήταν οριστική, το κατάλαβε ο Αντρέας και έφυγε. Τώρα, νιώθω ανακουφισμένη και σίγουρη πως θα τα καταφέρω και πως θα έχω μία αξιοπρεπέστατη ζωή στηριζόμενη στις δικές μου δυνάμεις μόνο. Ακόμα, νιώθω περήφανη και έτοιμη να αντιμετωπίσω όλα τα εμπόδια που θα συναντήσω. Αυτά, λοιπόν, ημερολόγιό μου, θα σου ξαναγράψω να σου πω τις εξελίξεις και τα νέα μου!
                                                                                                            Ελένη Δ.
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Σήμερα την έχασα για πάντα… Το πρωί ξύπνησα αποφασισμένος να την κάνω να με παντρευτεί. Γεμάτος αυτοπεποίθηση ντύθηκα, ετοιμάστηκα και πήγα στο σπίτι της. Όταν έφτασα εκεί, η καρδιά μου χτυπούσε ασταμάτητα λες και είχα φονεύσει. Ένιωθα τύψεις, αλλά αυτό δεν με σταμάτησε και μπήκα μέσα. Μόλις τους αντίκρισα όλους, ένιωσα λες και είχα καταστρέψει την οικογένεια. Τα λόγια του πατέρα της αντηχούσαν σαν μαχαιριές στα σπλάχνα μου.
Στη συνέχεια μίλησα στη Ρήνη και της είπα ότι δέχομαι να την παντρευτώ για τα τάλαρα που συμφώνησα με τη μητέρα της. Αλλά η Ρήνη νόμισε πως την πούλησα και την αγόρασα αυτήν και την αγάπη. Ένιωσα πολύ ηλίθιος εκείνη τη στιγμή γιατί κατάλαβα το λάθος μου… Έκανα μια τελευταία προσπάθεια, αλλά μάταια όμως. Το βλέμμα με το οποίο με κοίταζε, τα έλεγε όλα. Φάνταζε σαν στρατηγός έτοιμος να εκτελέσει τον προδότη. Το είχα καταλάβει ότι δεν θα την ξαναέβλεπα ποτέ, αλλά τώρα αυτό που με ένοιαζε περισσότερο ήταν το παιδί μου, που δεν ξέρω αν θα γνώριζε τον πραγματικό του πατέρα και την αληθινή ιστορία εκείνης της ημέρας...
Λοιπόν, αγαπητό μου ημερολόγιο, αυτά για σήμερα… Κατάλαβα όμως κάτι πολύ σημαντικό που θα μου χρησιμεύσει σε όλη μου την ζωή: Τα πλούτη ή την περιουσία την χάνεις, την ξαναβρίσκεις και έχει την ίδια γεύση, την αγάπη όμως δεν την αγοράζεις ούτε την πουλάς…

                                                                                                                        Σωτήρης Κ. 

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
  Σήμερα πήρα μια μεγάλη και σημαντική απόφαση για την ζωή μου. Χώρισα με τον Αντρέα. Δεν είναι άξιος να είναι άντρας μου. Τον ενδιέφερε περισσότερο η προίκα, τα χίλια τάλαρα, παρά εγώ. Δεν σκεφτόταν την αγάπη μου και μένα, αλλά την προίκα. Είναι συμφεροντολόγος. Σκέφτεται τα χρήματα και προσπαθεί να εξαγοράσει την αγάπη.
  Αγαπημένο μου ημερολόγιο, τον αγάπησα πολύ και είμαι έγκυος, θα αναθρέψω μόνη μου το παιδί, θα πάω σε μια ξένη χώρα, θα βρω εκεί δουλειά και θα μεγαλώσω εκεί το παιδί μου. Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο, αλλά θα τα καταφέρω.
  Είμαι δουλευταρού, θα κερδίσω χρήματα και θα μεγαλώσω το παιδί μου. Ίσως εκεί γνωρίσω και έναν άλλο άντρα που θα με αγαπήσει πραγματικά και ελπίζω ότι θα βρω την ευτυχία. Πιστεύω ότι θα τα καταφέρω.
  Καληνύχτα αγαπημένο μου ημερολόγιο.
  Αύριο ξημερώνει μια άλλη ημέρα και ελπίζω ότι θα είναι καλύτερη από την σημερινή.                                                                     Ναταλία Κ. Γ΄2


Αγαπητό μου ημερολόγιο,
σήμερα είμαι πολύ δυστυχισμένος. Η αγαπημένη μου Ρήνη δεν με αγαπάει , δεν με ακολούθησε, δεν θα με παντρευτεί ….και για όλα αυτά ποιος φταίει ; Εγώ φυσικά!  Και όλα αυτά εξαιτίας της επιμονής μου για τα τάλαρα. Ανάθεμα τα τάλαρα ! Και τώρα; Πώς θα την ξανακερδίσω; Είναι θυμωμένη μαζί μου και δεν μπορώ να την μεταπείσω. Τι χαζός που ήμουν και σκεφτόμουν μόνο την προίκα της Ρήνης. Πρέπει να βρω έναν τρόπο για να την μεταπείσω.

                                                         Ελένη Δεγ. Γ΄2

Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Αυτές τις μέρες έκατσα και σκέφτηκα τι πρέπει να κάνω με τη ζωή μου. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι ο Ανδρέας που αγάπησα νοιάζεται τόσο για τα χρήματα. Μα πώς μπορεί να με αγαπάει πραγματικά εάν δεν θέλει να με παντρευτεί χωρίς να πάρει πολλά λεφτά; Πραγματικά δεν το καταλαβαίνω, αλλά αυτό που με στεναχωρεί περισσότερο είναι η απελπισία της μητέρας μου.1000 τάλαρα μου ζητούσε μέχρι που η δύστυχη του έδωσε το κλειδί όπου τα έχει για να τα πάρει. Μετά ήρθε και με βρήκε αλλά του είπα πως εγώ στην ζωή μου θα προχωρήσω, θα φύγω μακριά με το παιδί μου και θα έχω μία πολύ καλύτερη ζωή. Έτσι και θα κάνω και θα ψάξω για την πραγματική αληθινή αγάπη!
                                                                                                                                                                              Κατερίνα Β. Γ΄1

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα ήταν μια από τις πιο δύσκολες και δυστυχισμένες μέρες της ζωής μου. Συναντηθήκαμε τον Αντρέα, ήρθε για να πάρει τα 1000 τάλαρα... Αποφάσισα να του πω ότι θα χωρίσουμε και ότι αυτή ήταν η μόνη λύση αφού ζητάει προίκα για να με παντρευτεί .Εσύ τι λες αγαπημένο μου ημερολόγιο ;Το παιδί πώς θα το μεγαλώσω ,μόνη μου; Πρέπει να βρω άμεσα έναν άνθρωπο ο οποίος θα είναι δίπλα μου. Ελπίζω να ήταν η τελευταία δυστυχισμένη μέρα μου...
                                                                                                       Όλγα Κ. Γ΄2


Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Η ακροστιχίδα...του Καζαντζάκη

Λίγα λόγια για τον Καζαντζάκη μέσα από μια ακροστιχίδα...

Κρητικός στην καταγωγή
Αυτοβιογραφικά ήταν κάποια έργα του
Ζορμπάς ονομαζόταν ένας από τους ήρωες του
Ασκητική ένα από τα έργα του
Νίκος το όνομα του
Ταξιδιωτικά πολλά από τα έργα του
Ζωγράφος & συμπατριώτης του ήταν ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος
Αναφορά στον Γκρέκο ένα ακόμη έργο του
Καπετάν Μιχάλης ένα από τα έργα του
Ηράκλειο ο τόπος που γεννήθηκε
Συγγραφέας πολυγραφότατος

                                                                                         Έλενα Π.
                                                                                          Τμήμα   Α΄5


Κρητικός  στην   καταγωγή
Αυτοβιογραφικά  κείμενα  έγραψε
Ζορμπάς  ήρωας από το μυθιστόρημα  Βίος και πολιτεία
Αιτία  θανάτου η λευχαιμία
Νομικής Σχολής φοιτητής και δίπλωμα με άριστα
Ταξιδιωτικά  κείμενα  έγραψε
Ζ το τρίτο γράμμα του ονόματός του
Αναγνωρίζεται ως ο περισσότερο μεταφρασμένος  Έλληνας  λογοτέχνης
Καύκασος ήταν ένας από τους προορισμούς  που ταξίδεψε
Ήταν πρόεδρος της Εταιρίας  Ελλήνων Λογοτεχνών
Συγγραφέας 


                                                                                                                Ιωάννα  Χ  Α5        
            

Το "τέλος" του Ερωτόκριτου...

Αφού τον εξόρισε ο βασιλιάς, ο Ερωτόκριτος  πήγε σε ένα άγνωστο για αυτόν μέρος στο οποίο βρήκε μια άγνωστη φυλή που μιλούσαν κρητικά και τον φιλοξένησαν στο κάστρο του βασιλιά. Κάποια νύχτα στο βραδινό δείπνο ειπώθηκε η παρακάτω συζήτηση :
Βασιλιάς:-Λοιπόν πώς σε λένε και από πού μας έρχεσαι; 
Ερωτόκριτος:-Με λένε Ερωτόκριτο , έρχομαι από ανατολικά.   
Βασ.:-Και γιατί έφυγες από την πατρίδα σου;        
Ερ.:-Με εξόρισε ο βασιλιάς, γιατί ήθελα να παντρευτώ  την κόρη του.                                   
Βασ:-Αυτό είναι πολύ άσχημο, τί θα κάνεις για αυτό;      


Ερ.:-Τι εννοείς ;                                                          
Βασ.:-Δεν θα διεκδικήσεις αυτή που αγαπάς ;          
Ερ.:-Αλήθεια πιστεύεις πως θα έπρεπε να γυρίσω και να παντρευτώ την Αρετή; Έτσι την λένε...    
Βασ.:-Ναι, αφού σε εξόρισαν είναι το μοναδικό που μπορείς να κάνεις.             
Ερ.:-Έχεις δίκιο αύριο πρωί-πρωί θα φύγω να γυρίσω πίσω το μόνο που θέλω να μου ευχηθείς είναι καλή τύχη.
Βασ.:-Αυτό θα πει πραγματική αγάπη! 

Την άλλη μέρα ο Ερωτόκριτος ξεκινάει για να γυρίσει στην πατρίδα του. Καθώς έφτανε συνάντησε τον πατέρα του.
Πατέρας :-Ερωτόκριτε;!;Γι-Γι-Γιατί είσαι εδώ;
Ερ.:-Πατέρα, ήρθα να διεκδικήσω την Αρετή, θα την κάνω γυναίκα μου.                                  
Πατέρας:-Όχι παιδί μου σε παρακαλώ ο βασιλιάς εάν σε δει θα σε σκοτώσει !!!                              
Ερ.:-Το ξέρω θα την κλέψω, όταν θα κοιμούνται.  
Πατέρας:-Και αν σε καταλάβουν; Δεν θέλω να σε χάσω.                 
Ερ.:-τελεία και παύλα, πατέρα, δεν μου αλλάζεις γνώμη.                
Ο Ερωτόκριτος πράγματι πηγαίνει να κλέψει την Αρετή. Ενώ φεύγανε ένας από την φρουρά τον βλέπει. Τρέχουν να ξεφύγουν αλλά τον πιάνει και τον πάει στην φυλακή.
Την άλλη μέρα το πρωί ο πατέρας του το μαθαίνει. Τρέχει  στο μέρος όπου γίνονται οι αποκεφαλισμοί, για να σώσει το παιδί του.
Πεζόστρατος:-Βασιλιά, μην το κάνεις.                   
Βασιλιάς:-Γιατί; Νομίζω ότι οι εντολές μου ήταν σαφείς.    
Αρετή (κλαίγοντας):-Μπαμπά, σε παρακαλώ μην τον σκοτώσεις, τον αγαπώ.                            
Βασ.:-Δεν αποφασίζεις εσύ τι θα γίνει. Στρατιώτη, πάρε του το κεφάλι.                                    
Πεζόστρατος και Αρετούσα:-Οοοχι!!!
(χλατς)..........
Πεζ.:-Παιδί μου γιατί;;!!;;
Βασ.:-ΧΑ,ΧΑ,ΧΑ ο Ερωτόκριτος ήταν απλά ένα εμπόδιο. Δεν θα έπαιρνε ποτέ την Αρετή.            
Πεζ,:-Γιατί, ανόητε, κατέστρεψες μία ζωή και τον έρωτα δύο παιδιών, πώς έχεις το θράσος να μιλάς ακόμα.  
Βασ.:-Τι είπες ;;; Θες μήπως να έχεις την μοίρα του γιού σου !!!    
Αρετή:-Μπαμπά έχει δίκιο μάλλον δεν…   
Βασ.:- Σουυτ εσύ ! Πήγαινε πάνω στο δωμάτιό σου και από εδώ και πέρα εγώ θα σου λέω ποιον να ερωτεύεσαι !!!
                                   
Τέλος, η Αρετή παντρεύτηκε έναν γιο ενός βασιλιά άλλης πόλης, ο βασιλιάς έγινε ακόμα πιο πλούσιος και ο Πεζόστρατος και η Αρετή ήταν δυστυχισμένοι για το υπόλοιπο της ζωής τους.


                                                                              Άγγελος Π. Γ΄3


Μετά από την μάχη ο ρήγας είδε το θάρρος του Ερωτόκριτου, αναγνώρισε την αξία του και του επέτρεψε να παντρευτεί την κόρη του. Ο Ερωτόκριτος έγινε σπουδαίος βασιλιάς αλλά και πατέρας. Όμως ο τρόπος με τον οποίο βασίλευε δεν άρεσε σε ορισμένους ευγενείς. Γι’ αυτό τον λόγο πλήρωσαν  εξειδικευμένους δολοφόνους να βγάλουν από την μέση αυτόν και την βασιλική οικογένεια. Έτσι και έγινε.

    Την ημέρα που είχε γενέθλια το παιδί της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου είχαν μαζευτεί στο παλάτι πλήθος κόσμου για να γιορτάσουν τα όγδοα γενέθλια του παιδιού. Το βράδυ εκείνης της ημέρας οι δολοφόνοι κατάφεραν με διάφορα τεχνάσματα να εισέρθουν στο παλάτι. Μόλις ο Ερωτόκριτος το συνειδητοποίησε διέταξε όλους να φύγουν πριν να ήταν αργά. Οι βασιλικοί φρουροί μαζί με τον Ερωτόκριτο έδωσαν μια σπουδαία μάχη αλλά δεν κατάφεραν να νικήσουν. Με αποτέλεσμα πολλά μέλη της βασιλικής οικογένειας και φίλων της να σκοτωθούν αλλά και ο αρχηγός αυτής της ‘επιχείρησης’ να αυτοανακηρυχθεί βασιλιάς και να επιβάλλει το τυραννικό καθεστώς.
     Ευτυχώς η Αρετούσα και το παιδί της κατάφεραν να αποδράσουν και να ζήσουν στην επαρχία. Ο Ερωτιάρης (το παιδί της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου) όταν μεγάλωσε έγινε δυνατός, δίκαιος, έξυπνος, εφευρετικός  και με άλλα  ψυχικά χαρίσματα. Αλλά μέσα του ‘έβραζε’ από θυμό για το θάνατο του πατέρα του και ήθελε να πάρει εκδίκηση για τον χαμό του.
     Εκείνος με την συμπαράσταση της  μητέρας του αλλά  και την βοήθεια διάφορων  φίλων  της βασιλικής οικογένειας  κατόρθωσε όχι μόνο  να σκοτώσει τους ευγενείς  αλλά και να γίνει ο πιο σπουδαίος  βασιλιάς όλων  των εποχών.
                                                                                   Νίκος Γ. Τάξη Γ΄1     

Μόλις παντρεύτηκε ο Ερωτόκριτος με την Αρετούσα ήτανε και οι δύο ευτυχισμένοι, όμως ο βασιλιάς ακόμα δεν μπορούσε να το αντέξει, γιατί δεν ήθελε τον Ερωτόκριτο που ήταν φτωχός. Μια μέρα σκέφτηκε να κανονίσει με μια κοπέλα να φιλήσει τον Ερωτόκριτο μπροστά στην Αρετούσα. Και έτσι και έγινε, η κοπέλα τον γνώρισε και μόλις πέρναγε η Αρετούσα τους είδε να φιλιούνται, ο Ερωτόκριτος προσπαθούσε να την αποφύγει, αλλά η Αρετούσα είχε ήδη απομακρυνθεί με δάκρυα στα μάτια. Ο Ερωτόκριτος δεν μπορούσε να την βρει γι’ αυτό γύρισε στο παλάτι. Καθώς πήγαινε στο δωμάτιό του άκουσε ομιλίες να ακούγονται στον διάδρομο του παλατιού, ο βασιλιάς με την κοπέλα που τον φίλησε μιλούσαν και την ευχαρίστησε που τον βοήθησε να εκπληρώσει τον σκοπό του.

Την επόμενη μέρα μίλησε στην Αρετούσα και εκείνη τον πίστεψε ότι ήταν ένα κόλπο του βασιλιά, γιατί ο Ερωτόκριτος δεν λέει ποτέ ψέματα. 
Η Αρετούσα με τον Ερωτόκριτο αποφάσισαν να φύγουν από το παλάτι, αφού είπαν στο βασιλιά ότι γνώριζαν το σατανικό κόλπο του. Ο βασιλιάς ζήτησε συγγνώμη και υποσχέθηκε να τους αφήσει ήσυχους λέγοντάς του: ''αν τον αγαπάς πραγματικά κόρη μου εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι για να σας χωρίσω , μην φύγεις μακριά μου σε αγαπώ πολύ και δεν θέλω να σε χάσω''. Το ζευγάρι αποφάσισε να ζήσει στο παλάτι. Ο βασιλιάς άρχισε να συμπαθεί τον Ερωτόκριτο σαν να τον είχε γιο του και τέλος ο Ερωτόκριτος με την Αρετούσα έκαναν δύο παιδιά που το πρώτο το ονόμασαν Ηρακλή και το δεύτερο Περσεφόνη.


                                                                                       Αγγελική Γκ.  Γ'1


Μετά από δυο χρόνια αφού παντρεύτηκε η Αρετούσα με τον Ερωτόκριτο έκαναν τρία παιδιά, ένα αγόρι και δυο δίδυμα κορίτσια. Όλα κυλούσαν καλά στη ζωή τους μέχρι που έφτασε η ώρα της βάφτισης του αγοριού. Ο Πεζόστρατος ήθελε το παιδί να πάρει το όνομα του όπως και ο βασιλιάς. Αυτοί οι δυο δεν τα πήγαιναν ποτέ καλά μεταξύ τους. Πριν μόλις έναν χρόνο είχαν πιαστεί στα χέρια επειδή ο Πεζοστρατος πήγε και μετακόμισε δίπλα στον βασιλιά, ύστερα από λίγο όμως τα βρήκαν. Η Αρετούσα κα ο Ερωτόκριτος αποφάσισαν κρυφά από τους γονείς τους το όνομα του αγοριού και θα τους το ανακοίνωναν στη βάφτιση. Ύστερα από την βάφτιση οι γονείς τους είχαν νεύρα μαζί τους γιατί δεν ονόμασαν το αγόρι με κανένα από τα δυο ονόματα. Έτσι ο Πεζοστρατος και ο βασιλιάς κατάλαβαν πως τελικά δεν ήταν τόσο διαφορετικοί ο ένας από τον άλλον. Έτσι ηρέμησαν και η Αρετούσα με τον Ερωτόκριτο.
                                                                                                                           Βίκη Β. 


Ο Πεζόστρατος αφού εξέφρασε τα επιχειρήματα του στον βασιλιά πιστεύοντας ότι θα τον έπειθαν ότι αξίζει να παντρευτεί ο γιος του την κόρη του, γιατί είχε πλούσια ψυχικά χαρίσματα, ο βασιλιάς  αντί  να τα εκτιμήσει αυτά, τυφλωμένος από τον εγωισμό του, καθώς σκεφτόταν μόνο την εικόνα του και το τι θα πουν οι υπήκοοι του, σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια τον Πεζόστρατο και διέταξε την σύλληψη αλλά και τον θάνατο του Ερωτόκριτου. Ως παραδειγματισμό για να μην ξαναγίνει αυτό στο παλάτι, πάντρεψε την Αρετούσα με ένα βασιλόπουλο από μια μακρινή χώρα και από τότε δεν άκουσε κανένας τίποτα για αυτή.
Η κατάληξη του βασιλιά ήταν τραγική, αφού δεν μπορούσε να δει πια τη κόρη του έγινε αλκοολικός και βρισκόταν καθημερινά σε κάποιο καπηλειό ως  ότου μια μέρα που μέθυσε νομίζοντας  ότι πήγε να κάνει βουτιά στην λίμνη έπεσε από το μπαλκόνι που πέρασε για όχθη και πέθανε.
                                                                                                                Μαρία Π.  Γ΄3

https://ssl.gstatic.com/ui/v1/icons/mail/images/cleardot.gif

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

Ο δίσκος της Φαιστού

  Εάν υποθέσουμε πως το περεχόμενο του δίσκου αναφέρεται σε κάποια θεότητα τότε μπορεί να λέει:
  
"Θεά της καλλιέργειας,της βλάστησης και της γονιμότητας από όπου περνάς η γη πλουτίζει και όλα πληθαίνουν.Πάντα σκορπάς την αφθονία και γι΄αυτό πάντοτε θα σε τιμούμε".
                                                          Γιολάντα Δ. (Α΄2)


"Ω θεά Αθηνά, κόρη του Δία, του παντοκράτορα, βοήθησέ μας! Δεχόμαστε επιθέσεις στο ανάκτορο! Σώσε μας! Δώσε μας δύναμη να τους αντιμετωπίσουμε και θα σου χτίσουμε ένα μεγαλύτερο ιερό, πιο εκθαμβωτικό! Να γίνεις η προστάτιδα του νησιού μας! Να μας προστατεύεις!
                                                                                            Στάθης Δ. (Α΄2)

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Χτίζουμε Γέφυρες κι όχι φράγματα

Έτοιμες κι οι γέφυρες του e Twinning...
Γέφυρες σύγχρονες και παραδοσιακές, γέφυρες διαφορετικές, γέφυρες που "γεμίζουν τα κενά και ξεπερνούν τα εμπόδια"... με στίχους ποιημάτων και φράσεις κειμένων. Για να δείτε όλες τις δημιουργίες κλικ στην εικόνα.


 Χτίζουμε γέφυρες κι όχι φράγματα
                                                                            Ομάδα e Twinning 2ου Γυμνασίου Αγίου Δημητρίου

Παραλλαγές του γιοφυριού της Άρτας ή εναλλακτικές προσεγγίσεις


Πέντε μάστοροι από την Αρβανία,
Δύο από τα Γιάννενα και τρεις απ’ τα Τζουμέρκα.
Έχτιζαν το γιοφύρι μα το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Τον λόγο τον εγύρευαν μα το γιατί δεν βρίσκαν,
ώσπου σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε μια μαύρη γάτα
τον λόγο επήρε και στον πρωτομάστορα είπε:
«Αδερφή αν δεν θυσιάσεις γιοφύρι δεν θα φτιάξεις».
Πανικός τον έπιασε  τον μάστορα
Μα πώς τη μικρή του αδερφή θα πα να θυσιάσει;
Μια φαεινή ιδέα του ’ρθε το πρώτο το μαστόρι
να στείλει για να την καλέσει να περπατήσει τάχα πρώτη στο έτοιμο γιοφύρι.
Τον αδερφό της συναντά και με απορία τον ρωτά: «Μα γιατί με φώναξες καλέ μου αδερφέ, αφού γιοφύρι έτοιμο δεν έχει για να δω».
Σπρώχνει ο πρωτομάστορας με πίκρα μεγάλη τη μικρή του αδερφή στην τρύπα τη μεγάλη.
Βγάζει λόγο η αδερφή «μεγάλη κατάρα θα σας βρει».
Στενοχώρια έπιασε τον πρωτομάστορα μεγάλη κι έπεσε κι αυτός κι έτσι χτίστηκαν κι οι δυο στο γιοφύρι το γερό.
Κατερίνα Β
Πωλίνα Γ.
Μαρία Γ


Ήταν εννιά φίλοι που χτίζανε γεφύρι.

Κάθε βδομάδα γκρεμιζόταν χωρίς αιτία.

Καθίσανε και εσκεφτήκανε και ξαφνικά τους ήρθε λύση.

Ένας αετός σαν από μηχανής θεός τους είπε:

<<δίχως μπετό γεφύρι δεν στεριώνει>>.


Το καλοσκεφτήκανε και το έκαναν στην πράξη.

Το γεφύρι ήταν γερό σαν βράχος από ένα βουνό

Αλλά στο τέλος ήρθε ένα (εχθρικό) μαχητικό και τα έκανε όλα

 ρημαδιό.
                                                                    Αναστάσιος Γ.
                                                                    Νίκος Γ.
                                                                    Δημήτρης Β
                                                                    
                                                                    Περικλής Α.



Σαράντα μάστορες προσπαθούν να χτίσουν μια γέφυρα που τους είχε αναθέσει ο βασιλιάς. Τη μέρα το χτίζανε και το βράδυ γκρεμιζόταν. Απεγνωσμένοι οι μάστορες αναζητούσαν λύση σε όλο το χωριό αλλά μόνο ένας μπορούσε να τούς βοηθήσει. O μεγάλος σοφός του χωριού.
Ο πρωτομάστορας πρώτος πήγε να ρωτήσει. Ο μεγάλος σοφός είπε πως κάποιο σημαντικό άτομο πρέπει να θυσιαστεί. Όλοι οι μάστορες αποφάσισαν ότι αυτό το άτομο ήταν η γυναίκα του πρωτομάστορα. Έτσι, οι μάστορες έστειλαν έναν νεαρό αγγελιοφόρο να πει στην γυναίκα του πρωτομάστορα να έρθει στη γέφυρα. Ο νεαρός όμως γεμάτος ενοχή της είπε ότι για θυσία προοριζόταν. Έτσι η γυναίκα έκπληκτη και συντετριμμένη αποφάσισε πως ο άντρας της έπρεπε να πληρώσει. Καθώς έφτανε στην γέφυρα αντίκρισε τον άντρα της ο οποίος ήταν πρόθυμος να την θυσιάσει χωρίς δεύτερη σκέψη. Εκείνος της είπε να πλησιάσει σε έναν λάκκο για να του περιγράψει τι βρίσκεται μέσα, επειδή ήταν η μόνη που μπορούσε να χωρέσει. Η γυναίκα πλησίασε και ο νεαρός έσπρωξε τον πρωτομάστορα μέσα στον λάκκο. Όλοι οι μάστορες άρχιζαν να τον χτίζουν. Ο πρωτομάστορας μπερδεμένος και θλιμμένος θυμήθηκε τα λόγια του μεγάλου σοφού ότι ένα σημαντικό άτομο έπρεπε να θυσιαστεί.

Ανδρέας Γ.
Γιώργος Γ.
Γιώργος Β.
Δημήτρης Γκ.


Εκατό μάστοροι και πενήντα μαθητάδες
Κάθε μέρα χτίζανε της Άρτας το γιοφύρι
μα το βράδυ έπεφτε και πολύ στενοχωριούνταν.
Και μια μέρα η μάντισσα προφητεία είπε:
«Την κόρη της βασίλισσας να θυσιάσουν πρέπει».
Τ’ άκουσε η βασίλισσα και του θανάτου πέφτει.
 Προτού καλά καλά το σκεφτεί η βασίλισσα
Την κόρη παν’ και παίρνουν τάχα πως πάνε στο χωριό
λουλούδια να της φέρουν!
Καθώς φτάνουν στο γιοφύρι,
η βασίλισσα προβάλλει τη θέση της κόρης της να πάρει.
Κλάμα κακό και συμφορά, κλάμα κακό και δάκρυ ανάμεσα στη μάνα και στη μονάκριβή της κόρη.
Θυσία έγινε κι η μάνα εσκοτώθει για το καλό του τόπου της
και της μικρής της κόρης!
                                                                       Ολυμπία Α.
                                                                       Σεϊμά Α.
                                                                        Ανδριάνα Β.
                                                                        Βλάχου Ρ.
 Τρεις  μάστοροι και έξι μαθητάδες
έργο σπουδαίο χτίζανε μα το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Έκατσαν και σκέφτηκαν το κεφάλι τους εσπάσαν
και στο τέλος λύση βρήκανε  απ’ το  θεό  σταλμένη.
Κάθε μάστορας γυναίκα αγαπημένη έπρεπε να θυσιάσει.
Το επόμενο αποταχύ οι τρεις γυναίκες έφτασαν
νύφες των μαστόρων χαρούμενες ερώτησαν πώς πάνε οι δουλειές.
Εκείνοι βοήθεια τους ζήτησαν στα θεμέλια να μπούνε να αντικαταστήσουνε τους αρρώστους βαριά μαθητάδες….
Εκείνες επονηρεύτηκαν πως σχέδιο είχαν οι άνδρες  από όνειρο της προηγούμενης νυκτός και δεν αποδέχτηκαν τη βούληση των ανδρών τους.
Μόνο κατάρα έδωσαν το έργο αυτό ποτέ να μη χτιστεί και πάντα έτσι να μείνει.
                                                                      
                                                                                  Μαρία Α.
Ιωάννα Β.
             Το ξωκκλήσι του Αι-Λιος
Εκεί στην άκρη του βουνού
δίπλα σε μια βρυσούλα
ξωκλήσι ετοιμάζανε
σαράντα νοματαίοι
ξωκλήσι ήταν του Αι- Λιος
στη χάρη του ταγμένο
να σταματάνε όσοι θεν
να ανάβουν τα καντήλια.
Από την μια το κτίζουν
από την άλλη πέφτει.
Τι νάνε άραγε αυτό που θα στεριώσει
τούτο δω το ξωκλήσι το ξακουστό;
Μιλάνε, συλλογίζονται και ευθύς αποφασίζουν
όλοι μαζί να ανταμωθούν στην άκρη της βρυσούλας.
Και εκεί που κάθονταν και απόφαση δεν πέρναν
θαρρούν πως τάχα το νερό της βρύσης του μιλά.
-         Γεια σας λεβέντες κι άρχοντες
μα λύση δεν θα βρείτε
αν δεν ακούσετε εμέ τούτο που χω να σας πω:
-         Αυτή ,λοιπόν,την εκκλησία σε τούτο το ξωκλήσι
τοίχος δε κτίζεται ψηλός ούτε πόρτα στεριώνει
αν άνθρωπος δεν μπει στη γη βαθειά να το στηρίξει.
Βαθειά σιγή επλάκωσε ετούτη τη βρυσούλα
και η φύση λες και πάγωσε στα λόγια του νερού.

Και ξάφνου εμφανίστηκε ο παπά-Γιάννης μπρός τους
και ευθύς τους αποκρίθηκε πως τούτη εδώ η εκκλησία
είναι δική του ευθύνη γι΄ αυτό και ο ίδιος θα γηνεί θυσία για να γίνει .
Με λύπη και με απελπισία
την άλλη μέρα κτίζουν τον παπά-Γιάννη τον καλό
κάτω από το Άγιο Ιερό.
Την ώρα εκείνη ο παπά-Γιάννης εύχεται από το μαύρο χώμα:
-         Διαβατές εύχομαι σε εσάς εδώ που θα σταματάτε
την θεια χάρη να ‘χετε κεράκι να μου αναφτε
και απλόχερα τα αγαθά έχετε στην ζωή σας.


                                                                                                  Έλενα Δ.
                                                                                                   Όλγα Κ.


Εξήντα εργάτες βοηθούσαν για τη δημιουργία του γιοφυριού των Ιωαννίνων. Όμως κάθε μέρα πέθαινε κι ένας εργάτης, καθώς το γιοφύρι δεν στέριωνε. Ολημερίς και ολονυχτίς προσπαθούσαν χωρίς κανένα αποτέλεσμα μέχρι που οι μάστοροι έγιναν τριάντα.
Σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε ένας λύκος και όλοι τρόμαξαν χωρίς να καταλάβουν ότι ήρθε για καλό, ως τη στιγμή που μίλησε με ανθρώπινη λαλιά. Τη λύση τους φανέρωσε, θυσία έπρεπε να γίνει. Οι πρώτοι οι διαβάτες που φανούν αυτοί θα το θεμελίωναν. Αυτό τους φάνηκε εύκολη νίκη σε μια μάχη που πίστευαν πως δεν θα τέλειωνε ποτέ, ως το άλλο πρωί που οι πρώτοι διαβάτες ήταν η οικογένεια του πρωτομάστορα, η γυναίκα του και τα τρία του παιδιά. Σαν τους είδε ο πρωτομάστορας πληγώθηκε πολύ και παρόλο που νεύματα τους έκανε για να γυρίσουν πίσω, εκείνοι το βήμα επιτάχυναν.
 Ο λύκος χάρηκε πολύ χωρίς να κάνει προσπάθεια να το κρύψει. Με δικαιολογία ότι χάθηκε το δαχτυλίδι του πρωτομάστορα, η γυναίκα  και τα παιδιά του προσφέρονται αμέσως να βοηθήσουν. Έψαχναν αρκετή ώρα αλλά τίποτα δεν έβρισκαν. Ο λύκος πήγε να δει από κοντά τη θυσία της οικογένειας, καθώς όμως υπήρχαν (μέσα στο γιοφύρι) δύο έξοδοι, τη στιγμή που η μητέρα με τα τρία παιδιά έβγαιναν ο λύκος έμπαινε με αποτέλεσμα να θυσιαστεί ο ίδιος, αφού στο μεταξύ οι εργάτες έριξαν πολλές πέτρες με αποτέλεσμα ο λύκος να θαφτεί στο γιοφύρι.
Το γιοφύρι από τότε έχει στεριώσει κι η οικογένεια έζησε για πολλά χρόνια ευτυχισμένη
Μαρία Π.
Φαίη  Κ.
Μυρτώ Κ.