Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021

Ιστορίες για τον πόλεμο από την οπτική των ζώων…

 Με αφορμή το απόσπασμα "Τα ζα" από το βιβλίο " Η ζωή εν τάφω" του Σ. Μυριβήλη, οι μαθήτριες/ές έγραψαν αφηγήσεις από την οπτική των ζώων την περίοδο του πολέμου. Επίσης, διαβάσαμε αποσπάσματα από " Το πλατύ ποτάμι" του Γ. Μπεράτη και το κείμενο "Του πολέμου. Στο άλογό μου" του Ν. Καββαδία. Για να δούμε την οπτική ενός ζώου διαβάσαμε και το κείμενο "Ένα μικρό διήγημα από ένα μεγαλόψυχο τετράποδο"


Είμαι ένα μικρό γαϊδούρι, δίχως όνομα. Βλέπετε...δεν πρόλαβα να γνωρίσω ούτε αφεντικό, ούτε γονείς, οπότε έμεινα έτσι. Απ' ότι έμαθα από τα άλλα γαϊδούρια εδώ, η μητέρα μου πέθανε λίγα λεπτά μετά τη γέννα μου και ο πατέρας μου είναι στο στρατόπεδο εδώ και χρόνια... μου έχουν πει ότι πολεμάει για την πατρίδα! Αλήθεια, τί είναι η πατρίδα;

Δε μου αρέσει εδώ! Δε μπορώ να τρέξω, δε μπορώ να χαρώ και να αγαπήσω, γιατί τότε...τότε έρχεται ο αξιωματικός και μας μαλώνει. Περπατάμε μέρες ατελείωτες, φορτωμένα, για να φτάσουμε στο στρατόπεδο κατακουρασμένα. Σα να μην έφτανε αυτό, μας κατέκρινε ολημερίς ο λοχαγός. Είπε κάτι για το ύψος μας, αλλά δεν κατάλαβα πολλά, επειδή είδα χορτάρι απέραντο και έτρεξα προς τα κει. Ώσπου σε ένα σημείο, πέρασε από πάνω μας ένα αεροπλάνο. Σκέφτηκα ότι το οδηγούσε ο ήρωας ο πατέρας μου, μιας που τόσο σημαντικός είναι. Ούρλιαξα με όλη μου τη δύναμη για να με ακούσει. Αλλά αυτό συνέχιζε την πορεία του ακάθεκτο. Το μαστίγωμα τα επόμενα λεπτά θα μου μείνει αξέχαστο...

Ύστερα από λίγο ακούσαμε κρότους, κραυγές και κλάματα. Τρέξαμε όλοι προς τα εκεί. Τι να αντικρίσουμε... τα πάντα είχαν βαφτεί κόκκινα. Το κόκκινο είναι το αγαπημένο μου χρώμα, αλλά αυτό το μέρος νομίζω δεν ήταν χαρωπό. Δεν ξέρω τι είχε συμβεί. Είδα ζώα μισά, σαν να έπαιζαν κάποιο παιχνίδι. Εκείνο το μέρος δεν είχε πρασινάδα. Δε μου άρεσε εκεί. Ήταν το κλίμα πολύ βαρύ. Ευτυχώς φύγαμε σύντομα. Στο δρόμο εμφανίστηκε ξανά το αεροπλάνο. Αυτή τη φορά πήγε πιο αργά. Η χαρά μου απερίγραπτη. Ο πατέρας με είχε ακούσει και γύρισε να με γνωρίσει επιτέλους! Άρχισε να μου πετάει δώρα από εκεί ψηλά. Πρώτη φορά δέχομαι δώρο! Το δώρο έπεσε στο έδαφος. Τι συνέβη; Τι ήταν αυτός ο θόρυβος; Νιώθω τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μου. Κοιτώ να δω τι συνέβη, αλλά κάτι μου αποσπά την προσοχή. Πάντα έτσι αφηρημένος... Αυτή τη φορά, όμως, ήταν η τελευταία. Αυτό που αντίκρισα το είχα ξαναδεί. Το είχα δει στο λιβάδι, λίγη ώρα πριν. Η κοιλιά μου! Τί έγινε στην κοιλιά μου; Τί είναι αυτό το κόκκινο; Τί είναι αυτά τα φίδια επάνω μου και γιατί είναι κόκκινα; Ένοιωθα την ανάσα μου να γίνεται πιο βαριά και δύσκολη... πονούσα! Αγκομαχούσα! Ούρλιαζα! Αλλά κανείς δε με χτύπησε, κανένα μαστίγιο δεν προσγειώθηκε πάνω μου. Άραγε έτσι ένιωθε η μητέρα; Αυτός είναι ο θάνατος; Τόσο γρήγορος; Τόσο απρόσμενος; Χίλιες σκέψεις πέρναγαν από το μυαλό μου, σε δευτερόλεπτα. Τί έκανε ο πατέρας; Γιατί; Γιατί με πλήγωσε τόσο; Δε θα το έκανε αυτό! Δεν το πιστεύω! Προσευχόμουν να κρατηθώ στη ζωή, όταν άκουσα βήματα. Θα ήταν ο πατέρας να με σώσει! Θα έτρεχε με εμένα στην πλάτη του για να με γιατρέψει. Όμως όχι! Δεν ήταν αυτός ο πατέρας! Αυτός είναι άνθρωπος! Αυτός οδηγούσε το αεροπλάνο! Έβγαλε το όπλο του, με σημάδεψε και πριν αδειάσει τη θαλάμη πάνω μου, συλλογίστηκα... Τί έκανα λάθος; Πού έφταιξα; Μήπως με τιμωρούν που φώναξα ή για τότε που κλώτσησα κατά λάθος το μεταφορέα; Γιατί; Και τότε άφησα την τελευταία μου ανάσα κάτω από τον εχθρικό ζυγό. Έφυγα με ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ; Αυτό το γιατί, το αναπάντητο, το παράλογο γιατί... 

Ολίνα Σ.

 

Το μικρό περιστέρι πάει στον πόλεμο. Δεν κρατάει όπλο όμως βλέπει, σκέφτεται και αναρωτιέται… Με λένε Σερ Άμι και δεν καταλαβαίνω γιατί συνέβηκε αυτό. Είμαι ένα πουλί αλλά και στρατιωτάκι δεν φοράω στολή αλλά βοηθάω τους φίλους μου. Πετάω ψηλά και βλέπουν τα ματάκια μου σκισμένες στολές και λεκιασμένες με αίμα. Οι ταλαιπωρημένοι στρατιώτες επιθυμούν το σπιτικό τους και τη μητρική αγκαλιά. Άραγε μπορώ να τους βοηθήσω, δεν το γνωρίζω αλλά θα προσπαθήσω. Είμαι ένα ταπεινό περιστέρι που νιώθω φόβο, μοναξιά και λύπη. Θα τα καταφέρω όμως, θα κάνω αυτό που ξέρω πολύ καλά, θα μεταφέρω τα μυστικά μηνύματα και θα σώσω όσες πιο πολλές ζωές μπορέσω. Ακούω τη φωνή της μαμάς μου, είσαι δυνατός , είσαι περιστέρι μηνυμάτων γεννήθηκες για αυτό. Πως θα τα καταφέρω μαμά τη ρωτούσα θα σε οδηγήσει το ένστικτό σου, μου έλεγε και με αυτή τη σκέψη πάντα έφερνα σε πέρας όλες τις αποστολές μου. Έχω μεγάλη φήμη και είμαι περήφανος που βοηθάω, απ’ ότι ακούω είμαστε στο τέλος του πολέμου είναι Οκτώβριος του 1918. Νιώθω περίεργα, δεν μπορώ να κρύψω την κούραση και τον φόβο μου αλλά με χρειάζονται 194 στρατιώτες, είναι παγιδευμένοι από τους Γερμανούς πρέπει να πετάξω ψηλά και γρήγορα για να ζητήσω βοήθεια δεν θέλω να χάσω και άλλους φίλους μου. Μπαμ, μπαμ ωχ δέχομαι πυροβολισμούς, ωχ το στήθος μου πονάει φριχτά, θα τα καταφέρω.. Πρέπει, πρέπει  να περάσω τα Γερμανικά σύνορα και να φτάσω, να δώσω το μήνυμα, πρέπει να σωθούν. Τα κατάφερα, είμαι περήφανος έχασα μια μάχη αλλά όχι τον πόλεμο.

Μαριλένα Τ.

 

Η ζωή για ένα μουλάρι είναι πολύ δύσκολη. Είμαστε πάντα αρκετά κουρασμένα και αδύναμα από τα βαριά φορτία που κουβαλάμε. Τις περισσότερες φορές είμαστε και πληγωμένα. Γι’ αυτό οι άνθρωποι συχνά σχολιάζουν και συζητούν ότι δε θα μπορούσαν να έχουν στον στρατό ζώα σαν και εμάς. Αλλά το καλό με εμένα είναι ότι με το δικό μου αφεντικό έχουμε πάρα πολλά κοινά και είμαστε εκεί ο ένας για τον άλλον σε δύσκολες και χαρούμενες στιγμές. Για παράδειγμα, θυμάμαι μια νύχτα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Έβρεχε και προσπαθούσα εγώ με το αφεντικό μου να βρούμε ένα μέρος να ξεκουραστούμε. Ανακαλύψαμε, λοιπόν, έναν στάβλο, ανάψαμε φωτιά και περάσαμε τη νύχτα.  Την επόμενη μέρα που φύγαμε από τον στάβλο ριχτήκαμε ξανά στη μάχη. Μείναμε ζωντανοί και προχωρούσαμε ανάμεσα σε σκοτωμένα ζώα και νεκρούς ανθρώπους μέσα στη λάσπη. Εκείνες τις στιγμές ένιωθα μεγάλο φόβο για το τι θα γίνει και αν αυτό είναι το τέλος. Φοβόμουν να κοιτάξω τις εικόνες του θανάτου γύρω μου αλλά ήξερα πως ό,τι  συμβεί θα συμβεί για κάποιον λόγο. Ο τρόμος μου ήταν τεράστιος αλλά μου έδιναν δύναμη οι στιγμές αγάπης που πέρασα με το αφεντικό μου.

Νικόλετα Ν.


Είναι γνωστό πλέον πως εμάς τα γαϊδουράκια καθώς και άλλα πολλά ζώα, μας χρησιμοποίησαν  σε μεγάλο βαθμό οι άνθρωποι στον πόλεμο. Σε όλη την διάρκεια του ταλαιπωρηθήκαμε και εξαθλιωθήκαμε εξίσου πολύ με τους ανθρώπους και συγκεκριμένα  για τις αδυναμίες ,τις ιδεολογίες ,τις μεγαλομανίες αλλά και τους ενθουσιασμούς που τους είχαν κυριεύσει. Μας επιστράτευσαν και εμάς τα αθώα χωρίς να έχουμε φταίξει πουθενά και χωρίς να μας δώσουν επιλογή. Η αγάπη μας για αυτούς όμως ήταν, είναι και θα είναι για πάντα μεγάλη και απεριόριστη και έτσι συνεχίσαμε να αγωνιζόμαστε και εμείς μαζί τους. Καθημερινά αντικρίζουμε φρικιαστικές εικόνες και βιώνουμε τον παραλογισμό του πολέμου χωρίς να μπορούμε καν να προστατέψουμε τους εαυτούς μας με αποτέλεσμα να γινόμαστε θύματα αυτού. Ο τρόμος και ο φόβος μας κυριεύει καθημερινά και δεν μπορούμε να ξέρουμε για το τι θα ακολουθήσει. Η μεγαλύτερη για εμάς ταλαιπωρία ήταν η μεταφορά πυρομαχικών σε μακρινές περιοχές ,σε άλλα στρατόπεδα. Η εξαθλίωση και η αδυναμία μας κατέκλυζε κατά την διάρκεια της μεταφοράς είναι απελπιστική τουλάχιστον. Βαδίζουμε και γύρω μας υπάρχουν παντού πτώματα ζώων και ανθρώπων που πέθαναν ανήμποροι και ανυπεράσπιστοι .Όπως και να'χει είμαστε περήφανα για την συμβολή και τον αγώνα μας δίπλα στους ανθρώπους.

Χριστίνα Μ.


 Είμαι ένα μικροκαμωμένο γαϊδουράκι με σκουρόχρωμα τρίχωμα πολύ ευκίνητο και εργατικό. Θα έλεγα αρκετά απείθαρχο πολλές φορές. Θέλω να αφηγηθώ μια ιστορία από τα παλιά που δεν θα ήθελα να θυμάμαι. Αυτά που πέρασα μου προκαλούν θλίψη. Εκείνες οι μέρες για εμένα και για αλλά πολλά ζώα ήταν οι χειρότερες μέρες της ζωής μας. Έβλεπα μπροστά στα μάτια μου ανυπεράσπιστα ζώα να σκοτώνονται από πυρά ανθρώπων. Τα πυρομαχικά είχαν σκορπίσει τον θάνατο, το λιβάδι είχε γεμίσει με το αίμα των γαϊδουριών και οι φωνές από το ξεψύχισμα τους, έσκιζε την σιωπή. Δεν άντεχα να βλέπω τη φρίκη που ο ίδιος ο άνθρωπος προκάλεσε. Είναι δυνατόν να ζούσαμε και να ζούμε ακόμα και σήμερα σε τόση κακία; Πως να αντέξει κανείς βλέποντας ζώα να ξεκοιλιάζονται και να γεμίζουν με αίμα το χορτάρι; Η τραγική εικόνα που είχα αντικρίσει θα μείνει για πάντα χαραγμένη στην μνήμη μου. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει μεγαλύτεροι ντροπή για το ανθρώπινο είδος.      

      Εβελινα Τ.


Αγαπημένε μου φίλε,

Τελικά κατάφερα να ζήσω αλλά έχασα εσένα. Έχει περάσει καιρός μα δεν μπορώ να τα κρατάω άλλο μέσα μου, μου λείπεις... Ήταν παραλογισμός όλη η διαδικασία του πολέμου αλλά εσύ ήσουν ξεχωριστός για εμένα. Ακόμα θυμάμαι την μέρα που σε αντίκρισα για πρώτη φορά και διάλεξες εμένα. Κανένας άνθρωπος δεν μου έχει συμπεριφερθεί όπως εσύ. Με φρόντιζες, με πρόσεχες, με προστάτευες και είχαμε συντροφιά ο ένας τον άλλον. Έχουμε τόσες αναμνήσεις που μου θυμίζουν πόσο ωραία περνάγαμε μαζί και ας μην σε έχω πια κοντά μου. Ξέρω πως προσπάθησες να με σώσεις και νομίζεις πως απέτυχες αλλά άλλαξαν οι δρόμοι μας όταν με άφησες να φύγω για να μην πάθω κακό εξαιτίας του πολέμου. Επέλεξες να σώσεις την ζωή μου και ας σε στεναχωρούσε που θα με άφηνες. Ελπίζω να σε ξανά βρω. Θα είσαι για πάντα μέσα στην καρδιά μου και θα κάνω ότι μπορώ για να σε έχω πάλι δίπλα μου. Ακόμα και αν όχι, εγώ δεν θα σε ξεχάσω ποτέ!

Με πολλή αγάπη,

το αλογάκι σου

Ανδρομάχη Σ.

 

Είμαι και γω ένας από τους χιλιάδες γαϊδάρους που ρισκάρουν τη ζωή τους κάθε μέρα στον πόλεμο. Εδώ στο πεδίο της μάχης εμείς οι γάιδαροι έχουμε πολύ δύσκολες και επίπονες αποστολές. Από το πρωί μέχρι το βράδυ κουβαλώντας ανθρώπους και πυρομαχικά πρέπει να φανούμε δυνατοί καθώς έχουμε πολύ λίγο χρόνο για ξεκούραση και οι διαδρομές είναι τεράστιες. Όμως, δεν καταλαβαίνω γιατί εμείς τα γαϊδούρια πρέπει να πληρώνουμε τα λάθη των ανθρώπων και χωρίς να έχουμε και άλλη επιλογή. Κάθε μέρα πεθαίνουν χιλιάδες ζώα λόγω του πολέμου. Παρόλα αυτά υπάρχουν φορές που όταν βοηθάω και κουβαλάω τους τραυματίες νιώθω ότι έχω κάνει κάτι καλό μέσα στη φρίκη του πολέμου.

Γιώργος Τ.

 * Στην ανάρτηση οι εργασίες των μαθητριών/ών που έστειλαν το κείμενο σε word

2 σχόλια: