Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Ο παππούς και το εγγονάκι

Οι μαθητές κι οι μαθήτριες του Α2 μπαίνουν στη θέση του παππού, του Μίσα, της μητέρας ή του πατέρα και γράφουν στο ημερολόγιό τους...                                                                            

                                                                                                                15/12/1890

Αγαπημένο ημερολόγιο,


Τις τελευταίες μέρες συμβαίνουν αρκετά περίεργα γεγονότα στο σπίτι. Εδώ και καιρό έχω παρατηρήσει ότι οι γονείς μου συμπεριφέρονται με αγένεια και ασέβεια προς το πρόσωπο του παππού. Είναι τόσο ευγενικός και φιλικός εκείνος κι αναρωτιέμαι μήπως έχει κάνει κάτι και δεν το έχω πάρει είδηση, γιατί εμένα δε θα μ’ άρεσε να με σιχαίνονται ή να με απεχθάνονται τα παιδιά μου. Πολλές φορές οι μεγάλοι εμάς τα παιδιά μας μπερδεύουν. Ό,τι πράττουν νομίζουν πώς είναι σωστό. Είναι λυπηρό να αντιμετωπίζουμε με αυτόν τον τρόπο τους ηλικιωμένους. 
Ειδικά χθές η μαμά προσέβαλε και φώναξε στον παππού μόνο και μόνο, γιατί έπεσε ένα πιάτο με φαγητό. Ήθελα εκείνη τη στιγμή να πάρω θέση και να πω κάτι στη μαμά, αλλά παρά ήμουν διστακτικός. Έτσι κι αλλιώς ο μπαμπάς συνέχεια λέει "η μαμά έχει πάντα δίκιο". Μου φαίνεται ότι την υπακούει ότι κι αν πει και (ίσως) έχω ψιλιαστεί ότι την φοβάται. Θα έλεγα ότι η μαμά είναι ο αρχηγός και ο μπαμπάς ο βοηθός της.  Μπορεί να κάνω και λάθος, αλλά στο σχολείο μας είπαν ότι οι γονείς είναι παράδειγμα προς μίμηση. Τώρα που το σκέφτομαι αύριο πρωί πρωί να φτιάξω μια γαβάθα να είναι έτοιμη όταν οι γονείς μου γεράσουν.Έτσι όπως έκαναν και στον παππού.                                                                                   
                                                                                       Γεράσιμος Κ.


Αγαπητέ ημερολόγιο,
Είναι μια από τις λίγες στιγμές που μου δόθηκε η ευκαιρία να σκεφτώ. Σήμερα προς το μεσημεράκι έγινε πάλι ένα συμβάν με την νύφη μου και με τον υιό μου που με συγκλόνισε.
Όπως και τις προηγούμενες μέρες καθόμουν για να φάω στην μεγάλη χτιστή χωριάτικη θερμάστρα, όπου συνήθως πλάγιαζα. Καθώς έτρωγα η πήλινη γαβάθα που είχε μέσα το φαί μου ξέφυγε από τα χέρια μου έπεσε και έσπασε. Τότε η νύφη μου άρχισε να μου φωνάζει και μου είπε πως θα έτρωγα σε ξύλινη γαβάθα. Εκείνη την στιγμή δεν είχα άλλες επιλογές, το μόνο που έκανα ήταν να αναστενάξω.
Δεν είπα τίποτα άλλο, δεν είχα κουράγιο ούτε να μιλήσω. Σκέφτηκα πως ο υιός μου δεν μου έδινε πια σημασία ούτε έλεγε κάτι στην νύφη μου για τον τρόπο που μου συμπεριφερόταν. Αυτή η κατάσταση που ζούσα τόσα χρόνια με έκανε να αισθάνομαι περιθωριοποιημένος, μόνος και πολλές φορές βάρος για τα ίδια μου τα παιδιά. Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός και κάτι εντελώς απρόσμενο συνέβη. Η πόρτα άνοιξε και μπροστά μου αντίκρισα τον υιό και την νύφη μου, δακρυσμένους. Μου ζήτησαν από εδώ και στο εξής να τρώμε όλοι μαζί το τραπέζι, σαν οικογένεια. Αυτή η μέρα με έκανε να νιώσω ευτυχισμένος, ενθουσιασμένος και ξανά ένα αγαπητό μέλος της οικογένειάς μου.
                                                                                   Εφραίμ Κ.


Σάββατο 8 Οκτωβρίου 1897

Αγαπητό ημερολόγιο,
Σήμερα ήταν μία τέλεια ημέρα με λιακάδα έξω. Εγώ πέρασα πολύ ευχάριστα την ημέρα μου, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η μαμά κι ο μπαμπάς δεν βάζουν τον παππού να τρώει μαζί μας πλέον.Μονίμως κάθεται στην χτιστή χωριάτικη θερμάστρα. Επίσης, με στεναχώρησε το περιστατικό που έγινε σήμερα το μεσημέρι. Ο παππούς καθόταν δίπλα στην χτιστή χωριάτικη θερμάστρα και έτρωγε την σούπα του, στο πήλινο πιάτο. Ξαφνικά ξέφυγε από τα χέρια του έπεσε στο πάτωμα και έσπασε. Τότε η μαμά άρχισε να τον μαλώνει και να του φωνάζει.

Αισθάνθηκα πολύ άσχημα. Το μεσημέρι έφτιαχνα μία ξύλινη γαβάθα και ο μπαμπάς και η μαμά καθόντουσαν σε δύο καρεκλίτσες του δωματίου μου και μιλούσανε.Ξαφνικά ο μπαμπάς με ρώτησε:
-Τι φτιάχνεις εκεί;
Κι εγώ του απάντησα:
-Φτιάχνω μία ξύλινη γαβάθα, για να σας ταΐζω εσένα και την μαμά, όταν γεράσετε. Τότε και οι δύο συγκινήθηκαν...
                                                                                                                     Άρτεμις Κ.

15 Δεκεμβρίου  1895
Σήμερα νιώθω πολύ στενοχωρημένος, επειδή η νύφη μου με μάλωσε που της έσπασα το πήλινο πιάτο. Εγώ όμως που είμαι ενενήντα δύο χρονών δεν μπορώ να πιάσω καλά τα πιάτα ή τα πιρούνια, ούτε μπορώ να ακούσω καλά και ούτε να βλέπω τόσο καλά. Μου λέει ότι όλα της τα χαλάω!
16 Δεκεμβρίου 1895
Ξύπνησε μια παγωμένη ημέρα. Όλοι ήταν μέσα στο ζεστό σπίτι, εκτός από τον εγγονό μου. Μια στιγμή κοίταξα έξω από το παράθυρό μου και παρατήρησα τον Μίσα. Μάλλον έφτιαχνε κάτι με ένα κομμάτι από ένα κούτσουρο.   

17 Δεκεμβρίου 1895
Ξύπνησα νωρίς, διότι άκουγα φωνές από την κουζίνα. Ήταν η νύφη μου που με φώναζε. Μου έλεγε ότι μου είχε ετοιμάσει ένα πεντανόστιμο πρωινό. Ξαφνιάστηκα που μου το είπε αυτό, γιατί συνήθως δεν θέλει να τρώω μαζί τους. Ένιωσα μεγάλη έκπληξη, αλλά ταυτόχρονα και χαρά!

                                                                        Παναγιώτα Κ.




Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

Γιατί; Εσωτερικοί μονόλογοι με αφορμή το "Γιατί;" του Γ. Μαγκλή




     ‘’Θεέ μου τι έκανα , γιατί σήκωσα το όπλο μου, γιατί στέρησα μια ζωή. Στέρησα από μια μάνα τον γιο, από μια αδερφή τον αδερφό της. Μπορεί να υπήρχε και κάποια κοπέλα που τον περιμένει στο σπίτι τους. Εγώ φταίω, εγώ και αυτός ο φρικτός πόλεμος. Θεέ μου γιατί να υπάρχει πόλεμος. Βοήθησε τον , βοήθησε τον να ζήσει, βοήθησε με και καν’ τον να ζήσει. Πρέπει να πάω πίσω να τον βοηθήσω . Θεέ μου δείξε μας έλεος, συχώρα με ,,

Γιάννης Π. 

Σήκω! Σήκω, σε παρακαλώ, αδερφέ μου! Μακάρι, οι σφαίρες του πιστολιού μου να μη σε είχαν αγγίξει. Ας με τιμωρήσει ο θεός για το κακό που έκανα! Βοήθα τον αδερφό μου, Θεέ μου, να ανοίξει τα μάτια του. Δες την ομορφιά της φύσης. Η φύση γιορτάζει! Άνοιξη πια! Σου στέρησα αυτή την ομορφιά... πόσο μετανιώνω! 

Ο παραλογισμός του πολέμου... Το χέρι μου σηκώθηκε σαν από μόνο του και πάτησε τη σκανδάλη. Το μυαλό μου θόλωσε. Είχαμε την ίδια επιθυμία να πιούμε λίγο νερό και να ξεφύγουμε για μια στιγμή από το μαύρο του πολέμου και να απολαύσουμε τη γεμάτη χρώμα φύση. Πριν σε δω μονολογούσα για την ομορφιά της φύσης και της ζωής και μόλις σε είδα... μεταμορφώθηκα
                                                              Ιωάννα Χ.


Ωχ θεέ μου! Γιατί δεν με σταμάτησες από το κακό που πήγαινα να κάνω; Γιατί το θύμα έπρεπε να ήταν ένας στρατιώτης με ανάγκες ίδιες με τις δικές μου; Χίλιες φορές να ήταν κάποιος  άλλος! Κάποιος που πραγματικά ευθύνεται για τον πόλεμο! Τότε δεν θα κουβαλούσα το βάρος αυτό για μια ζωή! Θα ένιωθα υπερηφάνεια και δεν θα ήμουν γεμάτος τύψεις! Ζητάω συγγνώμη και μετανιώνω για το λάθος αυτό. Ξέχασα την ανθρωπιά μου! Ξέχασα πως υπάρχουν και αθώοι άνθρωποι, μα στον πόλεμο κοιτάς να σωθείς εσύ ο ίδιος! Ξεχνάς ποιος είσαι! Γιατί να είναι αυτές οι συνέπειες του πολέμου; Γιατί να εξαρτάται η ζωή σου από τον θάνατο κάποιου άλλου ; Γιατί να υπάρχει πόλεμος;

                                                                                                              Έλενα Π. 

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Αντιπολεμικό οπτικό και ηχητικό υλικό

Οι μαθητές/ριες του Β΄5 με αφορμή το διήγημα "Γιατί;" του Γιάννη Μαγκλή συγκέντρωσαν αντιπολεμικά τραγούδια και δημιούργησαν δικά τους πολυτροπικά κείμενα.
Δημιουργήθηκε με το Padlet

Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Αγαπητό μου ημερολόγιο...

    Η Αλίκη, η αφηγήτρια από το απόσπασμα "Ταξίδι χωρίς επιστροφή" γράφει στο ημερολόγιό της...        
                                                                        
                                                                                        Αύγουστος 1922
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Σήμερα φτάσαμε στον Πειραιά. Στο βαπόρι δεν έκλεισα τα μάτια μου ούτε στιγμή! Βλέπεις με περιτριγύριζαν σκέψεις. Οι απορίες δεν με άφηναν να κοιμηθώ! Τα συναισθήματα μου ήταν ανάμικτα. Είχα έναν κόμπο στο στομάχι. Η αγωνία, ο φόβος, ο πόνος, η αγανάκτηση και η στενοχώρια είχαν γίνει ένα. Μια ομάδα! Λες και με πολεμούσαν! Πραγματικά αναρωτιέμαι για το μέλλον μου! Τι με περιμένει άραγε; Θα ξαναδώ την μητέρα μου; Μήπως ξέρεις εσύ ;Εγώ δυστυχώς δεν ξέρω! Μόνο ο θεός το ξέρει! Να σε ρωτήσω και κάτι άλλο; Αν ήταν θέλημα θεού….. γιατί να γίνει τέτοια μεγάλη συμφορά; Ήθελα να ήξερα ποιος ευθύνεται για όλα αυτά! Γιατί πάλι όλη αυτή η αναταραχή; Τόσα ερωτήματα και καμία απάντηση. Αυτή φαίνεται ήταν η μοίρα μου. Την μοίρα δεν μπορεί να την αλλάξει κανείς. Σωστά;
Αυτά για σήμερα καλό μου ημερολόγιο!
Δική σου!
Αλίκη
                                                                                    Έλενα Παππά Α΄5


Ελεύθερες δημιουργιες με αφορμή το κείμενο "Ταξίδι χωρίς επιστροφή"

Φωτιάς γεγονότα
Μάτια υγρά χείλη κλειστά
βλέμματα πικρά γεμάτα θλίψη
ατμόσφαιρα με φλόγα γεμάτη

το ίδιο και οι καρδιές γεμάτες φλόγα για την καταστροφή σου Σμύρνη.
Πριν λίγες μέρες ήταν που σε είχα  συντροφιά μου και περπατούσαμε μαζί στους δρόμους σου...
Σμύρνη, φημισμένη με τις γοητευτικές σου συνοικίες που σε διέσχιζα πάντα με το ίδιο συναίσθημα κάτι που μοιάζει σαν φλόγα ναι φλόγα ένιωθα στις βόλτες μου μαζί σου. Τώρα πια εσύ είσαι στις φλόγες τυλιγμένη και όχι εγώ. Είσαι κατεστραμμένη  γεμάτη ουλές και η ομορφιά  σου χάθηκε. Μέσα σε λίγα λεπτά  άφησες  τη φωτιά να σε αγκαλιάσει. Ουρλιαχτά παντού γύρω σου. Η φλόγα αγκάλιασε πολλούς ανθρώπους. Τώρα  πια με κυρίευσε  κι εμένα η φλόγα του αποχαιρετισμού μας με αγκάλιασε  η φλόγα  της ανάμνησής σου και του θανάτου. Άραγε αγκαλιάζει η φλόγα;

Ιωάννα  Χ

Σήμερα γαλάζιος ουρανός
σήμερα άσπρη μέρα
στη Σμύρνη όμως σηκώνεται
η στάχτη στον αέρα

Καπνό γεμίζει ο άνεμος
και αίμα τα ποτάμια
καίγονται τώρα και απ’
τα σπίτια τα καλάμια

Πλοία συνέχεια έφευγαν
με προσφυγές χιλιάδες
αφήνοντας πίσω τους νεκρούς
σφαγμένες τις μανάδες
Ευάνθης Ρ. 

Ταξίδι χωρίς επιστροφή...
Στη Σμύρνη το ΄22
Η Δήμητρα και η οικογένεια της
Επιβιβαστήκανε στο πλοίο
Για να πάνε στην Αθήνα
Και να επισκεπτούν την θεία Ντίνα 
Τη νύχτα αυτή
Τα νεύρα της είχε η θάλασσα
Το πλοίο άρχιζε να βουλιάζει
Και η Δήμητρα να αναστενάζει
Τα μάτια της ανοιγοκλείνει
Και βλέπει την μαμά της να την αφήνει
Να χάνεται ξαφνικά
Και ούτε μια τελευταία αγκαλιά
Της είπε να προσέχει
Και να μην στενοχωρηθεί ποτέ 
Η Δήμητρα τα μάτια της ανοιγοκλείνει
Και βλέπει τον μπαμπά της να την αφήνει
Να χάνεται ξαφνικά
Και ούτε μια τελευταία αγκαλιά
Της είπε να προσέχει
Και να μην στενοχωρηθεί ποτέ
Η Δήμητρα ανοιγόκλεισε τα μάτια της
Και είχε μείνει μόνη της
Χωρίς μαμά
Χωρίς μπαμπά
Ένιωθε μόνη της υπερβολικά
Όμως οι γονείς της από ψηλά την προσέχανε
Και η Δήμητρα τα λογικά της έχανε
Δεν ήξερε τι να κάνει
Άρχισε να τα χάνει
Είχε μείνει μόνη της...
Και το σώμα της στην θάλασσα έπεσε
Ενώ η ψυχή της στον Παράδεισο έφτασε
Έλενα Π.  





Μνήμες από τη Μικρά Ασία

Η γιαγιά της Έφης Τ. θυμάται όσα της είχα διηγηθεί για τη Μικρά Ασία και η Έφη μας τα παρουσιάζει με τον δικό της τρόπο

Μνήμες από τη Μικρά Ασία
Πολλοί ως λεγόμενοι Τουρκοσπορίτες είναι Έλληνες μετανάστες που έφυγαν από την Πόλη λόγω πολιορκίας. Οι περισσότεροι από αυτούς ζουν γύρω μας, ανάμεσα μας. Όλοι είναι Έλληνες αλλά με διαφορετικές συνήθειες. Οι παιδικές ιστορίες των γιαγιάδων μας μένουν πάντα αξέχαστες… ιστορίες από τα παιδικά τους χρόνια και από την δύσκολη ζωή τους. Μόνο ότι η ιστορία της δικής μου γιαγιάς είναι λίγο ξεχωριστή…

Από μικρό κορίτσι έμενε στoν συνοικισμό. Είχε δυο ακόμα αδερφές και οι γονείς της προερχόντουσαν από πολύ εύπορη οικογένεια, ζούσαν πλουσιοπάροχα στη Σμύρνη και ευτυχισμένα. Είχαν τις συνήθειες και την κουλτούρα της Πόλης, ήταν γνήσιοι Μικρασιάτες. Έφτιαχναν ιδιαίτερα φαγητά που φτιάχνουμε ακόμα και τώρα, όπως γκιουσλεμέδες, τουρλού και πολλά σμυρνέικα γλυκά, όπως  μουτζαχητ Ντουκιατζή. Μαγείρευαν με πολλά μπαχαρικά και προτιμούσαν τις έντονες γεύσεις στα φαγητά τους. Οι γονείς τους ήταν αυστηροί αλλά πολύ καλοί άνθρωποι. Μιλούσαν τούρκικα μέσα στο σπίτι, όταν ήθελαν να μην τους καταλαβαίνουν τα παιδιά. Στα παιδιά μιλούσαν ελληνικά.
 Όλα αυτά όμως άλλαξαν, όταν έγινε η άλωση της Σμύρνης το 1922. Έπρεπε να ξεχάσουν όλα όσα ήξεραν και να έρθουν σε έναν ξένο τόπο και να ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους. Όλοι ήταν αισιόδοξοι μέχρι που ήρθαν αντιμέτωποι με τον ρατσισμό. Οι Έλληνες δεν υποδέχτηκαν τους Μικρασιάτες με ανοιχτές τις αγκάλες τους αλλά αντιθέτως δεν τους ήθελαν και τους έλεγαν Τουρκοσπορίτες. Για να μην μπλεχτούν με τους ντόπιους Έλληνες κάποια συγκεκριμένα τμήματα σε κάποιες πόλεις περιορίστηκαν για αυτούς και ονομάστηκαν συνοικισμοί. Ένας από αυτούς είναι στο Ρέντη. Η οικογένεια της γιαγιάς μου μετανάστευσε εκεί και πλέον χωρίς χρήματα και δουλειά έπρεπε να αντιμετωπίσουν την δύσκολη ζωή που τους περίμενε.
Η γιαγιά μου άρχισε το σχολείο στο Ρέντη αλλά στο γυμνάσιο σταμάτησε γιατί της απαγόρευσε την εκπαίδευση ο θείος της λέγοντας της ότι είναι ανούσια και την πήρε να δουλέψει στο εργοστάσιο του. Μετά από χρόνια ως και τώρα κρατάμε τις συνήθειες που είχαν οι παππούδες μου, ο παππούς μου γνήσιος μετανάστης από την Καπαδοκία της Μικράς Ασίας και η γιαγιά μου από την Σμύρνη.

Ο καθένας με την δική του ξεχωριστή ιστορία και τις δικές του αναμνήσεις...
                                                                                                            Έφη Τ.  Α΄5