Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τα ζα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τα ζα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021

Ιστορίες για τον πόλεμο από την οπτική των ζώων…

 Με αφορμή το απόσπασμα "Τα ζα" από το βιβλίο " Η ζωή εν τάφω" του Σ. Μυριβήλη, οι μαθήτριες/ές έγραψαν αφηγήσεις από την οπτική των ζώων την περίοδο του πολέμου. Επίσης, διαβάσαμε αποσπάσματα από " Το πλατύ ποτάμι" του Γ. Μπεράτη και το κείμενο "Του πολέμου. Στο άλογό μου" του Ν. Καββαδία. Για να δούμε την οπτική ενός ζώου διαβάσαμε και το κείμενο "Ένα μικρό διήγημα από ένα μεγαλόψυχο τετράποδο"


Είμαι ένα μικρό γαϊδούρι, δίχως όνομα. Βλέπετε...δεν πρόλαβα να γνωρίσω ούτε αφεντικό, ούτε γονείς, οπότε έμεινα έτσι. Απ' ότι έμαθα από τα άλλα γαϊδούρια εδώ, η μητέρα μου πέθανε λίγα λεπτά μετά τη γέννα μου και ο πατέρας μου είναι στο στρατόπεδο εδώ και χρόνια... μου έχουν πει ότι πολεμάει για την πατρίδα! Αλήθεια, τί είναι η πατρίδα;

Δε μου αρέσει εδώ! Δε μπορώ να τρέξω, δε μπορώ να χαρώ και να αγαπήσω, γιατί τότε...τότε έρχεται ο αξιωματικός και μας μαλώνει. Περπατάμε μέρες ατελείωτες, φορτωμένα, για να φτάσουμε στο στρατόπεδο κατακουρασμένα. Σα να μην έφτανε αυτό, μας κατέκρινε ολημερίς ο λοχαγός. Είπε κάτι για το ύψος μας, αλλά δεν κατάλαβα πολλά, επειδή είδα χορτάρι απέραντο και έτρεξα προς τα κει. Ώσπου σε ένα σημείο, πέρασε από πάνω μας ένα αεροπλάνο. Σκέφτηκα ότι το οδηγούσε ο ήρωας ο πατέρας μου, μιας που τόσο σημαντικός είναι. Ούρλιαξα με όλη μου τη δύναμη για να με ακούσει. Αλλά αυτό συνέχιζε την πορεία του ακάθεκτο. Το μαστίγωμα τα επόμενα λεπτά θα μου μείνει αξέχαστο...

Ύστερα από λίγο ακούσαμε κρότους, κραυγές και κλάματα. Τρέξαμε όλοι προς τα εκεί. Τι να αντικρίσουμε... τα πάντα είχαν βαφτεί κόκκινα. Το κόκκινο είναι το αγαπημένο μου χρώμα, αλλά αυτό το μέρος νομίζω δεν ήταν χαρωπό. Δεν ξέρω τι είχε συμβεί. Είδα ζώα μισά, σαν να έπαιζαν κάποιο παιχνίδι. Εκείνο το μέρος δεν είχε πρασινάδα. Δε μου άρεσε εκεί. Ήταν το κλίμα πολύ βαρύ. Ευτυχώς φύγαμε σύντομα. Στο δρόμο εμφανίστηκε ξανά το αεροπλάνο. Αυτή τη φορά πήγε πιο αργά. Η χαρά μου απερίγραπτη. Ο πατέρας με είχε ακούσει και γύρισε να με γνωρίσει επιτέλους! Άρχισε να μου πετάει δώρα από εκεί ψηλά. Πρώτη φορά δέχομαι δώρο! Το δώρο έπεσε στο έδαφος. Τι συνέβη; Τι ήταν αυτός ο θόρυβος; Νιώθω τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μου. Κοιτώ να δω τι συνέβη, αλλά κάτι μου αποσπά την προσοχή. Πάντα έτσι αφηρημένος... Αυτή τη φορά, όμως, ήταν η τελευταία. Αυτό που αντίκρισα το είχα ξαναδεί. Το είχα δει στο λιβάδι, λίγη ώρα πριν. Η κοιλιά μου! Τί έγινε στην κοιλιά μου; Τί είναι αυτό το κόκκινο; Τί είναι αυτά τα φίδια επάνω μου και γιατί είναι κόκκινα; Ένοιωθα την ανάσα μου να γίνεται πιο βαριά και δύσκολη... πονούσα! Αγκομαχούσα! Ούρλιαζα! Αλλά κανείς δε με χτύπησε, κανένα μαστίγιο δεν προσγειώθηκε πάνω μου. Άραγε έτσι ένιωθε η μητέρα; Αυτός είναι ο θάνατος; Τόσο γρήγορος; Τόσο απρόσμενος; Χίλιες σκέψεις πέρναγαν από το μυαλό μου, σε δευτερόλεπτα. Τί έκανε ο πατέρας; Γιατί; Γιατί με πλήγωσε τόσο; Δε θα το έκανε αυτό! Δεν το πιστεύω! Προσευχόμουν να κρατηθώ στη ζωή, όταν άκουσα βήματα. Θα ήταν ο πατέρας να με σώσει! Θα έτρεχε με εμένα στην πλάτη του για να με γιατρέψει. Όμως όχι! Δεν ήταν αυτός ο πατέρας! Αυτός είναι άνθρωπος! Αυτός οδηγούσε το αεροπλάνο! Έβγαλε το όπλο του, με σημάδεψε και πριν αδειάσει τη θαλάμη πάνω μου, συλλογίστηκα... Τί έκανα λάθος; Πού έφταιξα; Μήπως με τιμωρούν που φώναξα ή για τότε που κλώτσησα κατά λάθος το μεταφορέα; Γιατί; Και τότε άφησα την τελευταία μου ανάσα κάτω από τον εχθρικό ζυγό. Έφυγα με ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ; Αυτό το γιατί, το αναπάντητο, το παράλογο γιατί... 

Ολίνα Σ.

 

Το μικρό περιστέρι πάει στον πόλεμο. Δεν κρατάει όπλο όμως βλέπει, σκέφτεται και αναρωτιέται… Με λένε Σερ Άμι και δεν καταλαβαίνω γιατί συνέβηκε αυτό. Είμαι ένα πουλί αλλά και στρατιωτάκι δεν φοράω στολή αλλά βοηθάω τους φίλους μου. Πετάω ψηλά και βλέπουν τα ματάκια μου σκισμένες στολές και λεκιασμένες με αίμα. Οι ταλαιπωρημένοι στρατιώτες επιθυμούν το σπιτικό τους και τη μητρική αγκαλιά. Άραγε μπορώ να τους βοηθήσω, δεν το γνωρίζω αλλά θα προσπαθήσω. Είμαι ένα ταπεινό περιστέρι που νιώθω φόβο, μοναξιά και λύπη. Θα τα καταφέρω όμως, θα κάνω αυτό που ξέρω πολύ καλά, θα μεταφέρω τα μυστικά μηνύματα και θα σώσω όσες πιο πολλές ζωές μπορέσω. Ακούω τη φωνή της μαμάς μου, είσαι δυνατός , είσαι περιστέρι μηνυμάτων γεννήθηκες για αυτό. Πως θα τα καταφέρω μαμά τη ρωτούσα θα σε οδηγήσει το ένστικτό σου, μου έλεγε και με αυτή τη σκέψη πάντα έφερνα σε πέρας όλες τις αποστολές μου. Έχω μεγάλη φήμη και είμαι περήφανος που βοηθάω, απ’ ότι ακούω είμαστε στο τέλος του πολέμου είναι Οκτώβριος του 1918. Νιώθω περίεργα, δεν μπορώ να κρύψω την κούραση και τον φόβο μου αλλά με χρειάζονται 194 στρατιώτες, είναι παγιδευμένοι από τους Γερμανούς πρέπει να πετάξω ψηλά και γρήγορα για να ζητήσω βοήθεια δεν θέλω να χάσω και άλλους φίλους μου. Μπαμ, μπαμ ωχ δέχομαι πυροβολισμούς, ωχ το στήθος μου πονάει φριχτά, θα τα καταφέρω.. Πρέπει, πρέπει  να περάσω τα Γερμανικά σύνορα και να φτάσω, να δώσω το μήνυμα, πρέπει να σωθούν. Τα κατάφερα, είμαι περήφανος έχασα μια μάχη αλλά όχι τον πόλεμο.

Μαριλένα Τ.

 

Η ζωή για ένα μουλάρι είναι πολύ δύσκολη. Είμαστε πάντα αρκετά κουρασμένα και αδύναμα από τα βαριά φορτία που κουβαλάμε. Τις περισσότερες φορές είμαστε και πληγωμένα. Γι’ αυτό οι άνθρωποι συχνά σχολιάζουν και συζητούν ότι δε θα μπορούσαν να έχουν στον στρατό ζώα σαν και εμάς. Αλλά το καλό με εμένα είναι ότι με το δικό μου αφεντικό έχουμε πάρα πολλά κοινά και είμαστε εκεί ο ένας για τον άλλον σε δύσκολες και χαρούμενες στιγμές. Για παράδειγμα, θυμάμαι μια νύχτα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Έβρεχε και προσπαθούσα εγώ με το αφεντικό μου να βρούμε ένα μέρος να ξεκουραστούμε. Ανακαλύψαμε, λοιπόν, έναν στάβλο, ανάψαμε φωτιά και περάσαμε τη νύχτα.  Την επόμενη μέρα που φύγαμε από τον στάβλο ριχτήκαμε ξανά στη μάχη. Μείναμε ζωντανοί και προχωρούσαμε ανάμεσα σε σκοτωμένα ζώα και νεκρούς ανθρώπους μέσα στη λάσπη. Εκείνες τις στιγμές ένιωθα μεγάλο φόβο για το τι θα γίνει και αν αυτό είναι το τέλος. Φοβόμουν να κοιτάξω τις εικόνες του θανάτου γύρω μου αλλά ήξερα πως ό,τι  συμβεί θα συμβεί για κάποιον λόγο. Ο τρόμος μου ήταν τεράστιος αλλά μου έδιναν δύναμη οι στιγμές αγάπης που πέρασα με το αφεντικό μου.

Νικόλετα Ν.


Είναι γνωστό πλέον πως εμάς τα γαϊδουράκια καθώς και άλλα πολλά ζώα, μας χρησιμοποίησαν  σε μεγάλο βαθμό οι άνθρωποι στον πόλεμο. Σε όλη την διάρκεια του ταλαιπωρηθήκαμε και εξαθλιωθήκαμε εξίσου πολύ με τους ανθρώπους και συγκεκριμένα  για τις αδυναμίες ,τις ιδεολογίες ,τις μεγαλομανίες αλλά και τους ενθουσιασμούς που τους είχαν κυριεύσει. Μας επιστράτευσαν και εμάς τα αθώα χωρίς να έχουμε φταίξει πουθενά και χωρίς να μας δώσουν επιλογή. Η αγάπη μας για αυτούς όμως ήταν, είναι και θα είναι για πάντα μεγάλη και απεριόριστη και έτσι συνεχίσαμε να αγωνιζόμαστε και εμείς μαζί τους. Καθημερινά αντικρίζουμε φρικιαστικές εικόνες και βιώνουμε τον παραλογισμό του πολέμου χωρίς να μπορούμε καν να προστατέψουμε τους εαυτούς μας με αποτέλεσμα να γινόμαστε θύματα αυτού. Ο τρόμος και ο φόβος μας κυριεύει καθημερινά και δεν μπορούμε να ξέρουμε για το τι θα ακολουθήσει. Η μεγαλύτερη για εμάς ταλαιπωρία ήταν η μεταφορά πυρομαχικών σε μακρινές περιοχές ,σε άλλα στρατόπεδα. Η εξαθλίωση και η αδυναμία μας κατέκλυζε κατά την διάρκεια της μεταφοράς είναι απελπιστική τουλάχιστον. Βαδίζουμε και γύρω μας υπάρχουν παντού πτώματα ζώων και ανθρώπων που πέθαναν ανήμποροι και ανυπεράσπιστοι .Όπως και να'χει είμαστε περήφανα για την συμβολή και τον αγώνα μας δίπλα στους ανθρώπους.

Χριστίνα Μ.


 Είμαι ένα μικροκαμωμένο γαϊδουράκι με σκουρόχρωμα τρίχωμα πολύ ευκίνητο και εργατικό. Θα έλεγα αρκετά απείθαρχο πολλές φορές. Θέλω να αφηγηθώ μια ιστορία από τα παλιά που δεν θα ήθελα να θυμάμαι. Αυτά που πέρασα μου προκαλούν θλίψη. Εκείνες οι μέρες για εμένα και για αλλά πολλά ζώα ήταν οι χειρότερες μέρες της ζωής μας. Έβλεπα μπροστά στα μάτια μου ανυπεράσπιστα ζώα να σκοτώνονται από πυρά ανθρώπων. Τα πυρομαχικά είχαν σκορπίσει τον θάνατο, το λιβάδι είχε γεμίσει με το αίμα των γαϊδουριών και οι φωνές από το ξεψύχισμα τους, έσκιζε την σιωπή. Δεν άντεχα να βλέπω τη φρίκη που ο ίδιος ο άνθρωπος προκάλεσε. Είναι δυνατόν να ζούσαμε και να ζούμε ακόμα και σήμερα σε τόση κακία; Πως να αντέξει κανείς βλέποντας ζώα να ξεκοιλιάζονται και να γεμίζουν με αίμα το χορτάρι; Η τραγική εικόνα που είχα αντικρίσει θα μείνει για πάντα χαραγμένη στην μνήμη μου. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει μεγαλύτεροι ντροπή για το ανθρώπινο είδος.      

      Εβελινα Τ.


Αγαπημένε μου φίλε,

Τελικά κατάφερα να ζήσω αλλά έχασα εσένα. Έχει περάσει καιρός μα δεν μπορώ να τα κρατάω άλλο μέσα μου, μου λείπεις... Ήταν παραλογισμός όλη η διαδικασία του πολέμου αλλά εσύ ήσουν ξεχωριστός για εμένα. Ακόμα θυμάμαι την μέρα που σε αντίκρισα για πρώτη φορά και διάλεξες εμένα. Κανένας άνθρωπος δεν μου έχει συμπεριφερθεί όπως εσύ. Με φρόντιζες, με πρόσεχες, με προστάτευες και είχαμε συντροφιά ο ένας τον άλλον. Έχουμε τόσες αναμνήσεις που μου θυμίζουν πόσο ωραία περνάγαμε μαζί και ας μην σε έχω πια κοντά μου. Ξέρω πως προσπάθησες να με σώσεις και νομίζεις πως απέτυχες αλλά άλλαξαν οι δρόμοι μας όταν με άφησες να φύγω για να μην πάθω κακό εξαιτίας του πολέμου. Επέλεξες να σώσεις την ζωή μου και ας σε στεναχωρούσε που θα με άφηνες. Ελπίζω να σε ξανά βρω. Θα είσαι για πάντα μέσα στην καρδιά μου και θα κάνω ότι μπορώ για να σε έχω πάλι δίπλα μου. Ακόμα και αν όχι, εγώ δεν θα σε ξεχάσω ποτέ!

Με πολλή αγάπη,

το αλογάκι σου

Ανδρομάχη Σ.

 

Είμαι και γω ένας από τους χιλιάδες γαϊδάρους που ρισκάρουν τη ζωή τους κάθε μέρα στον πόλεμο. Εδώ στο πεδίο της μάχης εμείς οι γάιδαροι έχουμε πολύ δύσκολες και επίπονες αποστολές. Από το πρωί μέχρι το βράδυ κουβαλώντας ανθρώπους και πυρομαχικά πρέπει να φανούμε δυνατοί καθώς έχουμε πολύ λίγο χρόνο για ξεκούραση και οι διαδρομές είναι τεράστιες. Όμως, δεν καταλαβαίνω γιατί εμείς τα γαϊδούρια πρέπει να πληρώνουμε τα λάθη των ανθρώπων και χωρίς να έχουμε και άλλη επιλογή. Κάθε μέρα πεθαίνουν χιλιάδες ζώα λόγω του πολέμου. Παρόλα αυτά υπάρχουν φορές που όταν βοηθάω και κουβαλάω τους τραυματίες νιώθω ότι έχω κάνει κάτι καλό μέσα στη φρίκη του πολέμου.

Γιώργος Τ.

 * Στην ανάρτηση οι εργασίες των μαθητριών/ών που έστειλαν το κείμενο σε word

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2020

Στο άλογό μου...

Οι μαθητές/ριες των τμημάτων Γ4 και Γ5, με αφορμή το κείμενο "Τα ζα" του Μυριβήλη και αφού διαβάσουν το διήγημα "Στο αλογό μου" του Ν. Καββαδία, γράφουν υιοθετώντας το ύφος του Καββαδία...




Αν γνώριζα ότι θα σε χάσω για πάντα θα σου έλεγα όλα αυτά που θα σου γράψω, αλλά  γνωρίζουμε και οι δυο μας ότι στον πόλεμο δεν ξέρεις πότε θα χάσεις τον άλλον ή ακόμη και τον ίδιο σου τον εαυτό.
Όταν έπρεπε να διαλέξω άλογο για τον πόλεμο ήσουν αυτό που μου κίνησε το ενδιαφέρον, στεκόσουν υπερήφανο και το ελαφρύ αεράκι κινούσε την καφετιά σου χαίτη, ενώ όλα τα υπόλοιπα ζώα έμοιαζαν τρομαγμένα εσύ καθόσουν ψύχραιμο, ακίνητο. Τα μάτια σου αντανακλούσαν στον ήλιο και η λάμψη τους με τραβούσε πιο πολύ για να σε διαλέξω, ήξερα από την πρώτη στιγμή ότι εσύ θα ήσουν ο σύμμαχος μου στον πόλεμο και έτσι έγινε, ήσουν υπάκουο και ποτέ δεν δίστασες, με προστάτευες και σε προστάτευα, η μόνη μου ελπίδα αλλά και παρέα.
Τώρα όμως σε έχασα για πάντα και ενώ εγώ κλαίω πάνω από το γράμμα που σου γράφω που ποτέ δεν θα διαβάσεις κάποιοι άλλοι απλά με προστάζουν να βρω τον αντικαταστάτη σου, δεν θα μπορέσω όμως, δεν θα μπορέσω να βρεθώ τόσο κοντά με ένα ζώο ξανά.  Μου λένε ότι είμαι υπερβολικός και ότι η απώλεια δεν είναι μεγάλη και αυτό γιατί;  Επειδή δεν μπορούμε να μιλήσουμε; Έτσι νομίζουν οι άλλοι, γνωρίζαμε πολύ καλά ότι μπορούσαμε να συνεννοηθούμε καλυτέρα και από τους ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα.
Η καρδιά μου όμως δεν θα αντέξει άλλο, διότι το γράφω μέσα από την καρδιά μου και το μόνο που σκέπτομαι είναι η εικόνα σου, να κείτεσαι νεκρό μέσα σε λίμνη αίματος και εγώ από πάνω σου να σε ποτίζω με τα δάκρυα μου.
Ιωάννας Φ. Γ’5

Θα ήταν, θα έλεγε κανείς, δύσκολο αλλά ταυτόχρονα και εύκολο να κάτσω να γράψω για σένα, δηλαδή να αφηγηθώ όλες αυτές τις όμορφες και δύσκολες στιγμές που περάσαμε μαζί. Τι να πρωτοθυμηθώ μαζί σου; Τις βόλτες μας με μόνο οδηγό το φως του φεγγαριού; τις κρύες νύχτες με τα κρυοπαγήματα να κατακλύζουν τόσο τα πόδια μου όσο και τα δικά σου; ή την στιγμή που σε γνώρισα και αντίκρισα για πρώτη φορά κάτι μοναδικό, κάτι ξεχωριστό που όμοιό του κανένα άλλο. Κάθισα και μέτρησα τις μέρες και τις νύχτες που περάσαμε μαζί. Τα όνειρά μας να τελειώσει ο πόλεμος και να σε πάρω να πάμε σε ένα μέρος που δεν θα υπήρχε όλο αυτό το χάος και η βοή. Και το ήξερα ότι συμφωνείς! Φαινόταν στο βλέμμα σου κάθε φορά που σου μιλούσα. Το καταλάβαινα από το χλιμίντρισμά σου. Δεν ξεχνώ, όμως, ποτέ την ημέρα που έμαθες πως μια σφαίρα με βρήκε στο πόδι. Δεν ξεχνώ πως έτρεξες γρήγορα και ήρθες να με βρεις για να με βοηθήσεις. Δεν ήταν κανένας εκεί! Ήμουν μόνος και ξαφνικά εμφανίστηκες εσύ. Μόνο εσύ! Δεν το περίμενα αυτό, να σου πω την αλήθεια, όταν σε πρωτογνώρισα. Νόμιζα πως κάτι τόσο επιβλητικό σαν εσένα δεν θα έδινε σημασία σε κάτι τόσο ασήμαντο όπως ήμουν εγώ. Αλλά... αλλά όσο περνούσε ο καιρός, σε γνώριζα καλύτερα, καταλάβαινα το μεγαλείο σου. Μπορεί να μην έχεις μυαλό αλλά έχεις ψυχή καλύτερη και από αγγέλου. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να το ξεχάσεις ποτέ. Όσος καιρός και να περάσει, να το θυμάσαι! Όπως να θυμάσαι και εμένα όσο μπορείς. Έτσι αμυδρά να σκέφτεσαι εκείνον τον καλό σου φίλο. Τις στιγμές που περάσατε μαζί και την δερμάτινη σέλα που σου είχε κάνει δώρο. Ίσως αυτά να είναι τα μοναδικά πράγματα που μας κρατάνε κοντά τώρα που φεύγω για το μεγάλο ταξίδι. Εγώ να ξέρεις δεν θα σε ξεχάσω! Θα μείνει ανεξίτηλη η εικόνα σου όχι πλέον στα ανθρώπινά μου μάτια αλλά στα μάτια της ψυχής που δεν κλείνουν ποτέ! Έτσι θα παραμείνει και η αναπνοή για να μην σε λησμονήσω και να μην αισθανθώ καμία στιγμή μόνος και ας είμαι πια μακριά σου...
Αφροδίτη Τ. Γ΄5



Καλέ μου γάιδαρε,
Πόσο μεγάλος είναι ο παραλογισμός του πολέμου; Ανάμεσα στα θύματά του βρίσκεστε και εσείς, τα αθώα ζώα, οι αθώες ψυχές που δεν φταίτε σε τίποτα. Έτσι και εσύ, απλά έτυχε να βρίσκεσαι στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Νόμιζα ότι έτρεχες και εσύ δίπλα μου και έκανα τα πάντα για να σε γλιτώσω. Δεν είχα καταλάβει όμως ο καημένος ότι το μόνο που έσερνα μαζί μου ήταν το κεφάλι σου. Η εικόνα που αντίκρισα ήταν τρομακτική. Εσύ, ο γαϊδαράκος μου, το δικό μου ζώο, που με τόσο κόπο απέκτησα, ήταν νεκρό και μέσα στα δόντια σου κρατούσες σφιχτά ακόμα μια τούφα κίτρινες μαργαρίτες ματωμένες. Σου ζητώ συγγνώμη εκ μέρους όλης της ανθρωπότητας για όλο αυτό τον θάνατο και τη φρίκη του πολέμου. Θα σε θυμάμαι πάντα και θα μου λείψεις πολύ!
Με πολλή αγάπη, ο ιδιοκτήτης σου.

Μιχάλης Τ. Γ΄5


Αγαπημένο μου γαϊδουράκι,
Τα χρόνια έχουν περάσει και θα ήθελα να σου πω λίγα πράγματα που κρατάω καιρό μέσα μου.
Αρχικά, θα ήθελα να σου ζητήσω ένα τεράστιο συγγνώμη που σε ταλαιπώρησα τόσο εγώ όσο και η ανθρωπότητα. Δεν μας έφταιξες σε τίποτα και να που κοίτα, εσύ την πλήρωσες. Ακόμα θυμάμαι την μέρα που σ’ αντίκρισα πρώτη φορά. Τόσο όμορφο γαϊδουράκι, τόσο χαρούμενο και χνουδωτό, μου έφτιαχνες πολύ την διάθεση.
Μαζί περάσαμε κάθε δυσκολία αυτού του αισχρού γεγονότος που ονομάζεται πόλεμος. Αχ, και τι δεν θα ‘δινα να σε είχα πίσω γαϊδουράκι μου, να σου μιλούσα, να σε κοιτούσα μες τα μάτια και να σε χάιδευα. Όσα χρόνια ζω, γνώρισα τους ανθρώπους πάρα πολύ καλά, γι’ αυτό αγαπάω τα ζώα τόσο πολύ. Θυμάμαι τις κρύες νύχτες του χειμώνα, πώς με ζέσταινες εσύ όταν είχε κρύο και ταυτόχρονα πόσο το λάτρευα αλλά και το εκτιμούσα. Ήμουν τόσο ευγνώμων για σένα μικρό μου.
Σαν χθες θυμάμαι όμως και την τελευταία φορά που σ’ αντίκρισα, που σου μίλησα και που σε χάιδεψα. Ήσουν τόσο χαρούμενο μετά από καιρό μέσα σ’ αυτή την δυστυχία, τρώγοντας παίζοντας και ζώντας τον ερχομό της άνοιξης. Μακάρι να μπορούσα να σε είχα προστατέψει. Μέσα στον πανικό, δεν γύρισα να κοιτάξω τι τραβούσα. Έπιασα το χαλινάρι σου και άρχισα να τρέχω ελπίζοντας ότι θα σε σώσω. Και με κορόιδευαν οι άλλοι και νόμιζα ότι γιούχαραν την αγάπη που σου είχα, αλλά όχι. Με το που γύρισα να σε κοιτάξω και να σου πω «δεν θα έχουν ποτέ αυτό που έχουμε εμείς, δεν θα το καταλάβουν, μην τους κρατάς κακία», είδα το πιο θλιβερό πράγμα που θα μπορούσα να αντικρίσω ποτέ. Το κεφάλι σου. Σκέτο. Το σωματάκι σου κάπου είχε ξεμείνει και με ακολούθησε μόνο το κεφάλι σου. Μέσα στη θλίψη παρατήρησα το στόμα σου. Κρατούσες μία τούφα κίτρινες μαργαρίτες που όμως ήταν ματωμένες. Τι ειρωνεία! Ένα λουλούδι που συμβολίζει τόσο χαρά, να είναι βαμμένο με το αίμα σου που άδικα κύλησε. Πήγα μετά από καιρό σε εκείνο το σημείο και έκοψα λίγες μαργαρίτες και τις έχω κρατήσει. Να θυμάμαι πως ακόμα και σε μια τόσο σκοτεινή και θλιβερή στιγμή σαν τον πόλεμο, πάντα θα υπάρξει κάτι που θα μπορεί να σε κάνει χαρούμενο αρκεί να το ψάξεις. Για μένα λοιπόν αυτό το κάτι ήσουν εσύ γαϊδουράκι. Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ. Μου λείπεις πολύ… Συγγνώμη που έπρεπε να τα περάσεις όλα αυτά. 
Εύα Στ. Γ΄4

Δεν περίμενα να φτάσω σε αυτό το σημείο. Να να μην σε έχω δίπλα μου να με συντροφεύεις. Να μην σε έχω, όταν δεν είμαι καλά. Να μην... να μην... χίλια και άλλα πόσα να μην σε έχω. Όχι δεν ήθελα να τελειώσει τόσο γρήγορα. Δεν θέλω ό,τι ζήσαμε να μείνουν αναμνήσεις που θα μου θυμίζουν την παρουσία σου ενώ δεν σε έχω πια κοντά μου. Πω πω... και τι δεν πέρασα μαζί σου! Θυμάσαι τότε που κάθε απόγευμα του καλοκαιριού σε έπαιρνα και κάναμε βόλτες να ξεσκάσουμε; Αχ και αυτούς τους κουραστικούς χειμώνες που κάθε φορά που αρρώσταινα μου έτριβες την μούρη σου στο ζεστό κεφάλι μου. Τις μέρες που σου βούρτσιζα την ουρά και την χαίτη, τις μέρες που κουβαλούσες ότι μπορούσες μόνο και μόνο για να πάρουμε κάνα φράγκο, τις μέρες που εσύ έτρωγες το γρασίδι σου και εγώ κοιμόμουν στο δέντρο, θα μου λείψουν όλα. Μετανιώνω κάθε δευτερόλεπτο που ο νους μου σκέφτηκε ότι εκεί θα ζούσες πιο ελεύθερα. Έπρεπε να είχαμε μείνει πίσω κι ας ήταν δύσκολα τα πράγματα, θα σε είχα δίπλα μου. Ίσως να ξέρεις ότι τώρα δακρύζω όσο γραφώ για εσένα αλλά δεν μπορώ να κρατηθώ. Προσπάθησα να σε σώσω κι όμως το μόνο που έσωσα ήταν ένα μέρος σου και εσύ κακόμοιρε το μόνο που ήθελες ήταν να ζήσεις. Να ζήσεις, τίποτα άλλο! Ο καταραμένος ο πόλεμος φταίει για όλα πανάθεμα. Τα ζώα τι φταίνε μου λέτε; Μέχρι και τα λουλούδια της χαράς που προσπαθούσες να φας κόκκινα έγιναν από την κόλαση αυτή...
Αντζελίνα Π. Γ4

Αγαπημένε μου φίλε,
Γνωρίζω ότι προφανώς δεν θα διαβάσεις ποτέ αυτό το γράμμα αλλά έχω την ανάγκη να σου γράψω. Θυμάσαι τότε πριν περίπου 13 χρόνια που σε είδα να περιπλανιέσαι μόνος σου στο λιμάνι; Κατάλαβα ότι θα ταιριάζαμε πολύ. Σε είδα έτσι όπως ήσουν ταλαιπωρημένος και σε περιποιήθηκα, σε φρόντισα σαν παιδί μου. Στο ορκίζομαι ήσουν η καλύτερη παρέα που θα μπορούσα να έχω. Όταν ήσουν μαζί μου η μοναξιά ήταν μια λέξη που δεν υπήρχε στο λεξιλόγιο μου. Με προστάτευες πάντα και αυτό προσπάθησα να κάνω και εγώ, αλλά απέτυχα. Σε παρακαλώ πίστεψέ με από την αγάπη μου για εσένα έκανα τα πάντα επειδή ήθελα να σε προστατέψω. Όταν μου ανακοίνωσαν ότι έπρεπε να σε αφήσω και να σε πάω στο λιμάνι για να σε χρησιμοποιήσουν στον πόλεμο και να σε πάρουν μακριά μου στεναχωρήθηκα αφάνταστα. Με το που σκέφτηκα όμως ότι θα μπορούσα να έρθω μαζί σου δεν υπήρχε δεύτερη σκέψη απλώς ήρθα. Σκέφτηκα ότι θα ήταν άλλη μια δυσκολία που θα αντιμετωπίζαμε παρέα. Μετά από μια μεγάλη περιπέτεια και αφού κουβαλούσες πυρομαχικά και ήσουν εξαντλημένος επιτέλους σε είδα να ξεκουράζεσαι. Είδα πόσο χαρούμενος ήσουν και χαμογέλασε η ψυχή μου. Βέβαια όλα σβήστηκαν από το μυαλό μου όταν άκουσα τα αεροπλάνα και τους πρώτους βομβαρδισμούς. Με κυριάρχησε ο φόβος και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μας προστατέψω. Άρχισα να τρέχω σαν τρελός και σκεφτόμουν πως θα μας σώσω. Καθώς έτρεχα για να ξεφύγω άκουσα φωνές και γέλια. Νόμιζα ότι κορόιδευαν αυτήν την ιδιαίτερη σχέση μου είχαμε ανάπτυξη αλλά τελικά δεν ήταν αυτό. Όταν σταμάτησα για να κοιτάξω πίσω κατάλαβα ότι τόση ώρα έσερνα το όμορφο κεφάλι σου. Όλα σβήστηκαν και ήταν αν όχι η χειρότερη, μία από τις χειρότερες μέρες της ζωής μου. Μετανιώνω την ώρα και την στιγμή που συνέβη. Θα είσαι για πάντα μέσα στην καρδιά μου και δεν σε ξεχάσω ποτέ!

Εβίτα Σ. Γ4